Home ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 8 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

8 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ

1975
Συναξάρι Σεπτεμβρίου
8 Σεπτεμβρίου
  • Ἡ Γέννησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας
  • Οἱ Ἅγιοι Ῥοῦφος καὶ Ῥουφιανός
  • Ὁ Ἅγιος Σεβῆρος
  • Ὁ Ἅγιος Ἀρτεµίδωρος
  • Διήγηση περὶ ἀγάπης πολὺ ὠφέλιµη
  • Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Νεοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη
  • Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος, ἐπίσκοπος Ἀχταλείας τῆς Ἰβηρίας
Ἡ Γέννησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας

«Ἀποκάλυψαν πρὸς Κύριον τὴν ὁδόν σου καὶ ἔλπισον ἐπ΄ αὐτόν, καὶ αὐτὸς ποιήσει». Φανέρωσε στὸν Κύριο µε ἐµπιστοσύνη τὸν δρόµο καὶ τὶς ἐπιδιώξεις καὶ τὶς ἀνάγκες τῆς ζωῆς σου καὶ ἔλπισε σ΄ Αὐτὸν καὶ Αὐτὸς θὰ κάνει ἐκεῖνα ποὺ ζητᾷς καὶ χρειάζεσαι. Μ΄ αὐτὴν τὴν ἐµπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα, ὁ Ἰωακεὶµ καὶ ἡ Ἄννα ἱκέτευαν προσευχόµενοι τὸν Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσει παιδί, νὰ τὸ ἔχουν γλυκεῖα παρηγοριὰ στὰ γεράµατά τους. Καὶ τὴν ἐλπίδα τους ὁ Θεὸς ἔκανε πραγµατικότητα. Τοὺς χάρισε τὴν Παρθένο Μαριάµ, ποὺ ἦταν ὁρισµένη νὰ γεννήσει τὸ Σωτῆρα τοῦ κόσµου καὶ νὰ λάµψει σὰν ἡ πιὸ εὐλογηµένη µεταξὺ τῶν γυναικῶν. Ἦταν ἐκείνη, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔµελλε νὰ προέλθει Αὐτὸς ποὺ θὰ συνέτριβε τὴν κεφαλὴ τοῦ νοητοῦ ὄφεως. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη δόθηκαν πολλὲς προτυπώσεις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Μία εἶναι καὶ ἡ βάτος στὸ Σινᾶ, τὴν ὁποία ἐνῷ εἶχαν περιζώσει φλόγες φωτιᾶς, αὐτὴ δὲν καιγόταν. Ἦταν ἀπεικόνιση τῆς Παρθένου, ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸ Σωτῆρα Χριστὸ καὶ συγχρόνως θὰ διατηροῦσε τὴν παρθενία της. Ἔτσι, ἡ Ἄννα καὶ ὁ Ἰωακείµ, ποὺ ἦταν ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβίδ, µὲ τὴν κραταιὰ ἐλπίδα ποὺ εἶχαν στὸν Θεὸ ἀπέκτησαν ἀπ΄ Αὐτὸν τὸ ἐπιθυµητὸ δῶρο, ποὺ θὰ συντροφεύει τὸν κόσµο µέχρι συντελείας αἰώνων.

Οἱ Ἅγιοι Ῥοῦφος καὶ Ῥουφιανός

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Σεβῆρος

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Ἀρτεµίδωρος

Μαρτύρησε διὰ πυρός.

Διήγηση περὶ ἀγάπης πολὺ ὠφέλιµη

Γιὰ τὴν διήγηση αὐτή, βλέπε στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου τοῦ Ἁγιορείτου.

Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Νεοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴν Θεσσαλονίκη

Καταγόταν ἀπὸ µία κωµόπολη τῆς Θεσσαλονίκης τὴν Κουλιακιά. Ὁ πατέρας του ἦταν προεστὼς τῆς χώρας ἐκείνης καὶ ὀνοµαζόταν Πολύχρους, ἡ δὲ µητέρα του Λολούδα. Ἦταν δὲ καὶ οἱ δυὸ εὐσεβεῖς χριστιανοί. Στὴν ἀρχὴ ὁ Ἀθανάσιος παρακολούθησε µαθήµατα στὸ Ἑλληνικὸ Σχολεῖο τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἀργότερα µαθήτευσε κοντὰ στὸν Ἀθανάσιο τὸν Πάριο. Ἀργότερα φοίτησε στὴν Σχολὴ τοῦ Βατοπεδίου στὸν Ἄθω, κοντὰ στὸν Παναγιώτη Παλαµᾶ. Ὕστερα ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει καὶ πάλι στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ µετὰ ἐπανῆλθε στὴν πατρίδα του, Κουλιακιά. Ἐκεῖ κατηγορήθηκε ψευδῶς, ὅτι ὁµολόγησε τὴν µουσουλµανικὴ θρησκεία καὶ ἔτσι τὸν πίεζαν καθηµερινὰ ν΄ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστιανισµό. Ὁ Ἀθανάσιος ὅµως, ἔµεινε ἀκλόνητος στὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ φυλακίστηκε. Μετὰ ἀπὸ διάφορες προσπάθειες τῶν Τούρκων, κατὰ τὴν πολυήµερη φυλάκισή του, νὰ ἐξισλαµιστεῖ, ὁ µάρτυρας ὁµολόγησε τὸν Χριστὸ σὰν ἀληθινὸ Θεό. Ἔτσι τὸν ἀπαγχόνισαν ἔξω ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη στὶς 8 Σεπτεµβρίου 1774.

Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος ἐπίσκοπος Ἀχταλείας τῆς Ἰβηρίας

Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους, τὸ ἔτος 1738, στὸ χωριὸ Λοτσίων περιφέρειας Δεραίνης τῆς ἐπαρχίας Χαλδείας τοῦ Πόντου. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας καὶ ὀνοµαζόταν Γεώργιος Σερταρίδης, ἡ δὲ µητέρα του Βαρβάρα. Εἶχε τέσσερις ἀδελφὲς καὶ ἕναν ἀδελφό, τὸν Δηµήτριο, ποὺ ἦταν καὶ αὐτὸς ἱερέας. Τὸ πρῶτο ὄνοµα τοῦ Σωφρονίου ἦταν Συµεών. Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, ἔτρεφε µεγάλη ἀγάπη στὰ θεῖα καὶ ἰδιαίτερα στὴν µοναχικὴ ζωή. Νέος ἀκόµα, πῆγε στὴν Μονὴ Ἁγίου Γεωργίου Χουτουρᾶ σὰν δόκιµος. Μετὰ τρεῖς µῆνες πῆγε στὴν Μονὴ Σουµελὰ καὶ µετὰ τρία χρόνια στὴν Μονὴ Βαζελῶνος. Καὶ στὶς τρεῖς Μονές, διδάχτηκε τὰ ἱερὰ γράµµατα καὶ σὲ µεγάλο βαθµὸ τὴν µοναχικὴ ζωή. Τότε ἐκάρη µοναχός µε τὸ ὄνοµα Σωφρόνιος καὶ κατόπιν χειροτονήθηκε ἱερέας. Μετὰ ἑπτὰ χρόνια, ὁ ἡγούµενος τῆς Μονῆς Ἰγνάτιος, τὸ ἔτος 1776, τὸν ἔστειλε στὸ µεταλλεῖο τῆς Ἀχταλείας στὴν Ἰβηρία, ὅπου 500 περίπου µεταλλουργοὶ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ ἐκεῖ καὶ ἀποτέλεσαν ἕνα χωριὸ µὲ τὴν ὀνοµασία Δάλ-βέρ, ποὺ σηµαίνει πολύτιµοι λίθοι. Ἐκεῖ µὲ τὴν ἁγία του ζωὴ ὁ Σωφρόνιος, προσείλκυσε τὸν σεβασµὸ τῶν κατοίκων, οἱ ὁποῖοι µὲ πρωτοβουλία δική τους, τὸν ἔκαναν ἐπίσκοπο στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1777, ἔχοντας ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του τὴν ἐκεῖ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας. Τὴν ἐπισκοπή του κυβέρνησε µέχρι τὸ 1794, ὅταν βαρβαρικὴ φυλὴ ἐπιτέθηκε στὸ µεταλλεῖο καὶ τὸ λεηλάτησε, ἀφοῦ πρῶτα κατέστρεψε τὰ πάντα. Ὁ Σωφρόνιος πιάστηκε αἰχµάλωτος καὶ πουλήθηκε σὲ µία γυναῖκα λατινικοῦ δόγµατος, ποὺ τὸν ἐλευθέρωσε καὶ τὸν ἔστειλε µὲ ἱστιοφόρο στὴν Τραπεζούντα. Ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Σωφρόνιος ἐπέστρεψε στὴ Μονὴ Βαζελῶνος, ὅπου ἔζησε σὰν ἔνσαρκος ἄγγελος. Ἀλλὰ λόγω τοῦ φθόνου τοῦ ἡγουµένου, Ἱερεµία, ἀναχώρησε στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του, ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. Ἡ ἀνακοµιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων του, ποὺ ἦταν γεµάτα εὐωδιά, ἔγινε τὸ 1824 στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βαζελῶνος. 

Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη