Home ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΙΟΥΛΙΟΣ 11 ΙΟΥΛΙΟΥ

11 ΙΟΥΛΙΟΥ

1919
Συναξάρι Ιουλίου
11 Ἰουλίου
  • Ἁγίας Εὐφηµίας Μεγαλοµάρτυρος Θαῦµα (Δ´ Οἰκ. Σύνοδος, 451)
  • Ὁ Ἅγιος Κινδέος ὁ Πρεσβύτερος
  • Ὁ Ὅσιος Λέων ὁ ἐν τῇ Μάνδρᾳ
  • Ὁ Ἅγιος Μαρκιανός
  • Ὁ Ἅγιος Μαρτυροκλῆς
  • Ὁ Ὁσιοµάρτυς Νικόλαος «ὁ ἐκ Βρυούλλων»
  • Ὁ Ὅσιος Νικόδηµος
  • Ὁ Ἅγιος Νικόδηµος ἀπὸ τὸ Ἐλβασάν, ὁ Νέος ὁσιοµάρτυρας
  • Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἀπὸ τὰ Βρύουλα ἢ Βοῦρλα, ὁ Νέος ὁσιοµάρτυρας
  • Ἡ Ἁγία Ἱσαπόστολος Ὄλγα (µετονοµασθεῖσα Ἑλένη) ἡ βασίλισσα
  • Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας
Ἁγίας Εὐφηµίας Μεγαλοµάρτυρος Θαῦµα (Δ´ Οἰκ. Σύνοδος, 451)

Ἦταν χριστιανὴ παρθένος, ποὺ µὲ τὸ αἷµα της σφράγισε τὴν πίστη της στὸ Χριστὸ καὶ µὲ τὴν αὐταπάρνησή της καταντρόπιασε τοὺς ἰσχυροὺς εἰδωλολάτρες αὐτοκράτορες. Ἡ Εὐφηµία καταγόταν ἀπὸ τὴν Χαλκηδόνα καὶ οἱ γονεῖς της ὀνοµαζόταν Φιλόφρων καὶ Θεοδοσιανή. Μόρφωσαν τὴν κόρη τους σύµφωνα µὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ Εὐφηµία ἀπὸ πολὺ νωρὶς διακρίθηκε γιὰ τὸν ἅγιο ζῆλο της, τὸ σεµνὸ ἦθος καὶ τὴν φιλανθρωπία της. Ἦταν ὡραῖα στὸ σῶµα, καὶ πολλοὶ εἰδωλολάτρες νέοι περίµεναν ἔστω ἕνα ἐνθαρρυντικὸ χαµόγελό της. Ἀλλὰ ἡ σεµνὴ παρθένος διατηροῦσε ἀκηλίδωτη τὴν ἁγνότητά της καὶ εἶχε ἀφοσιωµένη τὴν καρδιά της στὸ Θεό, στὴν περιποίηση τῶν ἀσθενῶν καὶ τῶν ἀπροστάτευτων ὀρφανῶν. Ὅταν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ διατάχθηκε σκληρὸς διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ Εὐφηµία συνελήφθη καὶ ὁµολόγησε ὅτι εἶναι χριστιανή. Τότε ὁ κριτής, ὑπολογίζοντας στὴν ἀδύνατη γυναικεία φύση της, τὴν καταδίκασε σὲ θάνατο µὲ βασανιστήρια. Ὅµως ἡ Εὐφηµία ἀναδείχθηκε πολὺ ἰσχυρότερη τῶν βασανιστῶν της καὶ ὑπέµεινε τὰ βασανιστήρια µὲ θαυµαστὴ καρτερία. Στὸ τέλος τὴν ἔριξαν τροφὴ στὰ θηρία. Δίδαξε ἔτσι µὲ τὸ παράδειγµά της, πὼς µπορεῖ οἱ χριστιανοὶ νὰ φαίνονται στὸν κόσµο ἀδύνατοι, ἀλλὰ «τὰ ἀσθενῆ του κόσµου ἐξελέξατο ὁ Θεὸς ἵνα καταισχύνῃ τὰ ἰσχυρά». Δηλαδή, τοὺς κατὰ κόσµον ἀδυνάτους ἐξέλεξε ὁ Θεός, γιὰ νὰ καταντροπιάσει ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἰσχυρὴ κοσµικὴ ἐπιρροή. Ὅµως, αὐτὴν τὴν ἡµέρα, γίνεται ἀνάµνηση τοῦ θαύµατος ποὺ ἔγινε ἀπὸ τὴν ἁγία Εὐφηµία, ὅταν, κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Μαρκιανοῦ καὶ τῆς Πουλχερίας, συντάχθηκαν δυὸ τόµοι ποὺ περιεῖχαν τὸν ὅρο τῆς Συνόδου, ποὺ ἔγινε στὴ Χαλκηδόνα (451) καὶ ἦταν ἕνας τῶν ὀρθοδόξων καὶ ἕνας τῶν Μονοφυσιτῶν. Γιὰ νὰ πάψει λοιπὸν ἡ ἔριδα µεταξὺ τῶν δυὸ πλευρῶν, ἀποφασίστηκε νὰ τεθοῦν καὶ οἱ δυὸ τόµοι µέσα στὴ λάρνακα τῆς ἁγίας Εὐφηµίας, γιὰ νὰ φανεῖ ποιὸν ἀπὸ τοὺς δυὸ θὰ δεχτεῖ ἡ Ἁγία. Μετὰ τὴν ἀποσφράγιση τῆς λάρνακας, βρέθηκε ὁ µὲν τῶν αἱρετικῶν τόµος στὰ πόδια τῆς Ἁγίας πεταµένος, ὁ δὲ τῶν ὀρθοδόξων στὸ στῆθος της. (Νὰ σηµειώσουµε ὅτι ἡ κυρίως µνήµη τοῦ µαρτυρίου τῆς ἁγίας Εὐφηµίας τελεῖται στὶς 16 Σεπτεµβρίου).

Ὁ Ἅγιος Κινδέος ὁ Πρεσβύτερος

Καταγόταν ἀπὸ τὴν κωµόπολη Ταλµενία τῆς Παµφυλίας Σίδης (290 µ.Χ.), καὶ ἐργαζόταν µὲ πολλὴ δραστηριότητα, γιὰ τὴν ἐπέκταση τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Γι᾿ αὐτό, καταγγέλθηκε στὸν ἔπαρχο Στρατόνικο καὶ καταδικάστηκε νὰ καεῖ. Στὸ δρόµο ὅµως γιὰ τὴν ἐκτέλεση τῆς ποινῆς, αὐτὸς ποὺ κρατοῦσε τὰ ξύλα γιὰ τὴν φωτιά, ξαφνικὰ ἀρρώστησε καὶ ἔπεσε κάτω. Τότε, ὁ ἐπικεφαλῆς τοῦ ἀποσπάσµατος διέταξε κάποιον ἀπ᾿ τοὺς στρατιῶτες νὰ σηκώσει καὶ νὰ µεταφέρει τὰ ξύλα. Ἀλλ᾿ ὁ γενναῖος χριστιανὸς µάρτυρας, παρακάλεσε νὰ βάλουν στοὺς δικούς του ὤµους τὰ ξύλα, καὶ νὰ µεταφέρει αὐτὸς τὰ ὑλικά τοῦ µαρτυρίου του. Τὴν ἴδια γενναιότητα ἐπέδειξε ὁ ἅγιος Κινδέος καὶ στὴ φωτιά. Ἐνῷ τὸν εἶχαν πάνω στὰ ξύλα, καὶ πρὶν οἱ φλόγες τὸν καλύψουν, δίδασκε τοὺς παρευρισκόµενους µὲ ἱερὸ ἐνθουσιασµὸ καὶ τοὺς προέτρεπε νὰ προσέλθουν στὴ θρησκεία τοῦ Χριστοῦ. Τέλος, ἐνῷ παρέδιδε τὴν ψυχή του καιόµενος µέσα στὶς φλόγες, κέρδιζε ἄλλη µεγάλη νίκη. Ὁ ἱερέας τῶν εἰδώλων, ἔκπληκτος µπροστὰ σὲ τέτοιο θάνατο, πίστεψε στὸ Χριστὸ µαζὶ µὲ τὴν γυναῖκα του. Γιὰ ν᾿ ἀποδειχθεῖ ἀκόµα µία φορὰ τὸ ἀκατάβλητο τῆς χριστιανικῆς ἀλήθειας, ὅταν αὐτὴ κηρύττεται µὲ αὐταπάρνηση.

Ὁ Ὅσιος Λέων ὁ ἐν τῇ Μάνδρᾳ

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Μαρκιανός

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν µὲ µαχαίρι.

Ὁ Ἅγιος Μαρτυροκλῆς

Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν µὲ ἐκτοξευόµενα βέλη.

Ὁ Ὁσιοµάρτυς Νικόλαος «ὁ ἐκ Βρυούλλων»

Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήµου, ἀλλ᾿ οὔτε µαρτύριο οὔτε συναξάρι αὐτοῦ σῴζεται. Μόνο Ἀκολουθία του, ποὺ συντάχθηκε ἀπὸ ἄγνωστο καὶ ἐκδόθηκε ἀπὸ παλιὰ χειρόγραφα στὴν Ἀθήνα τὸ 1898. Πιθανῶς νὰ εἶναι ὁ ἴδιος µε τὸν παρακάτω νέο ὁσιοµάρτυρα Νεκτάριο ἀπὸ τὰ Βρύουλα καὶ νὰ ἀντιγράφηκε λάθος τὸ ὄνοµά του.

Ὁ Ὅσιος Νικόδηµος

Ἀσκήτευε στὰ ὅρια τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βατοπεδίου καὶ ὑπῆρξε διδάσκαλος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαµᾶ. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Νικόδηµος ἀπὸ τὸ Ἐλβασάν, ὁ Νέος ὁσιοµάρτυρας

Ὁ Νέος αὐτὸς Ὁσιοµάρτυρας καταγόταν ἀπὸ τὸ Ἐλβασάν της Ἠπείρου καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Ὅταν µεγάλωσε στὴν ἡλικία, παντρεύτηκε χριστιανὴ γυναῖκα καὶ ἀπέκτησε παιδιά. Παρακινήθηκε ὅµως ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ ἔγινε µωαµεθανός. Κατόπιν βίαια περιέτεµε καὶ τὰ παιδιά του, ἐκτὸς ἀπὸ ἕνα, ποὺ οἱ χριστιανοὶ κρυφὰ φυγάδευσαν στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὅταν πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος νὰ βρεῖ τὸ παιδί του καὶ νὰ τὸ ἐξισλαµίσει, µετανόησε, ἐπανῆλθε στὸν Χριστιανισµὸ καὶ παρέµεινε ἐκεῖ ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσµια. Κατόπιν ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Νικόδηµος. Τὸν κατέλαβε ὅµως ὁ πόθος τοῦ µαρτυρίου, γι᾿ αὐτὸ καὶ προετοιµάστηκε µὲ ἄσκηση, νηστεία καὶ πολλὴ προσευχή. Κατόπιν πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ ὁσίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτη καὶ µὲ δάκρυα χαρᾶς ἔφυγε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Μὲ νηστεία καὶ ἐγκράτεια σ᾿ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς πορείας του, ἔφθασε στὸ Ἐλβασάν. Ἐκεῖ ἀναγνωρίστηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν πασά. Ἀπέρριψε ὅλες τὶς κολακεῖες τῶν Τούρκων καὶ µὲ θάρρος ὁµολόγησε τὸν Χριστό. Τότε παραδόθηκε στὸ ἀγριεµένο πλῆθος, ποὺ γιὰ τρεῖς ἡµέρες τὸν βασάνιζαν ἀνελέητα. Κατόπιν ὁδηγήθηκε στὸν τόπο τοῦ µαρτυρίου του, ὅπου µετὰ ἀπὸ προσευχὴ ποὺ ἔκανε, ἀποκεφαλίστηκε στὶς 11 Ἰουλίου 1722.

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἀπὸ τὰ Βρύουλα ἢ Βοῦρλα, ὁ Νέος ὁσιοµάρτυρας

Γεννήθηκε ἀπὸ φτωχοὺς ἀλλὰ εὐσεβεῖς γονεῖς στὰ Βρύουλα ἢ Βουρλὰ τῆς Ἐφέσου καὶ ὀνοµαζόταν Νικόλαος. Ἔµεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ 17 ἐτῶν µπῆκε µὲ µισθὸ στὴν ὑπηρεσία κάποιου ἀγά. µαζὶ µὲ ἄλλους ἕξι νέους χριστιανούς, ἐξαπατήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ ἐξισλαµίστηκε, διότι πίστεψαν ὅτι οἱ γονεῖς τους πέθαναν ἀπὸ κάποια ἐπιδηµία. Ὅταν ὅµως ὁ Νικόλαος γύρισε στὰ Βοῦρλα, πληροφορήθηκε ὅτι ἡ µητέρα του ζοῦσε καὶ ἔτρεξε µὲ χαρὰ κοντά της. Ἡ εὐσεβὴς µητέρα, ὅταν εἶδε µὲ τούρκικα ῥοῦχα τὸν γιό της, τὸν ἔδιωξε λέγοντάς του ὅτι, ἐγὼ δὲν γέννησα Τοῦρκο ἀλλὰ Νικόλαο Χριστιανό. Τότε ὁ Νικόλαος κατάλαβε τὸ ἁµάρτηµά του καὶ µετὰ ἀπὸ ἕνα ταξίδι στὴ Σµύρνη – Κωνσταντινούπολη – Βλαχία καὶ πάλι στὴ Σµύρνη, ἐξοµολογήθηκε σ᾿ ἕναν Ἁγιορείτη µοναχό, καὶ µὲ τὴν εὐλογία του πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ κατέληξε στὴ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας, κοντὰ στὸν πατριώτη του µοναχὸ Χατζῆ Στέφανο, ὅπου ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Νεκτάριος. Ἀλλ᾿ ὁ πόθος τοῦ µαρτυρίου ἔκαιγε µέσα στὴν καρδιά του. Ἔτσι µὲ τὶς εὐλογίες τοῦ πνευµατικοῦ του ἔφυγε νὰ µαρτυρήσει, µὲ τὴν συνοδεία τοῦ ὁσιωτάτου χειραγωγοῦ του Στεφάνου. Ὅταν ἔφτασαν στὴν πατρίδα τους τὰ Βουρλά, ὁ Νεκτάριος παρουσιάστηκε στὸν κριτὴ καὶ ἀφοῦ ἔριξε τὸ φέσι του κατὰ γῆς εἶπε: «Πάρτε τὰ σηµάδια τῆς πίστεως σας, ἐγὼ χριστιανὸς Νικόλαος γεννήθηκα καὶ χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω». Παρ᾿ ὅλες τὶς κολακεῖες καὶ τὰ βασανιστήρια, ὁ Νεκτάριος ἔµεινε ἀµετακίνητος στὴν πίστη του. Ἔτσι τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 11 Ἰουλίου 1820.

Ἡ Ἁγία Ἱσαπόστολος Ὄλγα (µετονοµασθεῖσα Ἑλένη) ἡ βασίλισσα

Ἡ Ἁγία αὐτὴ ἦταν βασίλισσα τῆς Ῥωσίας καὶ διὰ τοῦ ἁγίου Βαπτίσµατος µετονοµάσθηκε Ἑλένη, τὸ ἔτος 957. Δύσκολα µπορεῖ νὰ περιγράψει κανεὶς τὶς ἄοκνες προσπάθειές της γιὰ τὴν χριστιανικὴ διαφώτιση τοῦ Ῥώσικου λαοῦ. Ἔκανε τὰ πάντα γιὰ νὰ γνωρίσουν οἱ Ῥῶσοι τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἁγία αὐτή, ὅταν ἦλθε µὲ τὴν ἀκολουθία της κάποτε στὸ Βυζάντιο, ἔτυχε θερµῆς ὑποδοχῆς γιὰ τοὺς ἀγῶνες της ὑπὲρ τοῦ Χριστιανισµοῦ. Πάνω στὸν ἀγῶνα αὐτό, παρέδωσε τὴν τελευταία της πνοὴ τὴν 11η Ἰουλίου 969.

Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ µνήµη του ἀναγράφεται τὴν ἡµέρα αὐτὴ στὸν ὑπ᾿ ἀριθµ. 402 Coislin φ. 166 Κώδικα τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης Παρισίων, ὡς ἑξῆς»: «Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ Ἀρσενίου πατριάρχου Ἀλεξανδρείας σφαγή».

Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη