Home ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΙΟΥΛΙΟΣ 4 ΙΟΥΛΙΟΥ

4 ΙΟΥΛΙΟΥ

1939
Συναξάρι Ιουλίου
04 Ἰουλίου
  • Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ἱεροσολυµίτης, Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης
  • Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, ἐπίσκοπος Κυρήνης (τῆς Λυβύης)
  • Οἱ Ἅγιες Κυπρίλλα, Ἀρόα καὶ Λουκία
  • Ἡ Ἁγία Ἀσκληπιάς ἡ θαυµατουργή
  • Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Ἱεροµάρτυρας
  • Ὁ Ὅσιος Μένιγνος
  • Ἡ Ἁγία Μάρθα (κατ᾿ ἄλλους Μαρία) µητέρα του ὁσίου Συµεών, ποὺ ἀσκήτευσε στὸ ὄρος Θαυµαστό
  • Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος
  • Ἡ Ἁγία Κορίλλα
  • Ὁ Ἅγιος Δονᾶτος, ἐπίσκοπος Λιβύης καὶ Ἱλαρίων ὁσιοµάρτυρας
  • Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Χωνιάτης, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν
Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ἱεροσολυµίτης, Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης

«Ζηλοῦτε τὰ πνευµατικά». Νὰ ἐπιθυµεῖτε µὲ ζῆλο τὰ πνευµατικὰ χαρίσµατα. Τέτοιο ζῆλο σὲ ὅλη του τὴν ζωὴ εἶχε καὶ ὁ ἅγιος Ἀνδρέας. Ἀπὸ τοὺς µεγάλους ἐκκλησιαστικοὺς ποιητὲς ὁ Ἀνδρέας, γεννήθηκε στὴ Δαµασκὸ ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸ Γεώργιο καὶ τὴν Γρηγορία. Σὲ ἡλικία 15 χρονῶν, κατατάχθηκε στὸν κλῆρο (ἀναγνώστης) τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου τῶν Ἱεροσολύµων, ἀπὸ τὸν τότε Πατριάρχη Θεόδωρο. Στὴν Ἱερουσαλήµ, ὁ Ἀνδρέας διακρίθηκε γιὰ τὴν µόρφωση καὶ τὴν ἀρετή του µεταξὺ τῶν ἁγιοταφιτῶν πατέρων, γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸν προέκριναν νὰ σταλεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ τὴν ἕκτη Οἰκουµενικὴ Σύνοδο κατὰ τῶν Μονοφυσιτῶν. Μετὰ τὸ τέλος τῆς Συνόδου, ὁ Ἀνδρέας παρέµεινε στὴ βασιλεύουσα, ὅπου χειροτονήθηκε διάκονος καὶ διορίσθηκε διευθυντὴς τοῦ ὀρφανοτροφείου « Ἅγιος Παῦλος». Ἡ ἔξοχη ἐπιµέλεια ποὺ ἀνέπτυξε στὸ φιλανθρωπικὸ αὐτὸ ἵδρυµα, τὸν ἀνέδειξε ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης. Ἀφοσιωµένος στὰ καθήκοντα τῆς νέας του θέσης, ἀναδείχθηκε µέγας ἐκκλησιαστικὸς διοικητής, ἀλλὰ καὶ λαµπρὸς διδάσκαλος καὶ ῥήτορας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅλο του τὸ ποίµνιο τὸν θεωροῦσε πραγµατικὰ πατέρα. Ἀλλ᾿ ὡς µητροπολίτης πῆρε µέρος στὴ σύνοδο ποὺ συγκάλεσε ὁ Φιλιππικὸς Βαρδάνης (712) καὶ ὑποστήριξε τὸν Μονοφυσιτισµό, ἀλλ᾿ ἐπανῆλθε στὴν ὀρθὴ πίστη µετὰ τὸν θάνατο τοῦ Βαρδάνη. Στὸ γυρισµὸ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου εἶχε πάει γιὰ διάφορες ὑποθέσεις, πέθανε (740µ.Χ.) ἐπάνω στὸ καράβι. Τὸν ἔθαψαν στὴν Ἐρεσὸ τῆς Μυτιλήνης, στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας. Νὰ σηµειώσουµε ἐπίσης, ὅτι ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας, συνέθεσε καὶ ἀρκετὰ µουσικὰ τροπάρια καὶ κανόνες. Ἕνα ἀπὸ τὰ σπουδαία ἔργα τοῦ εἶναι καὶ ὁ Μέγας Κανόνας, ποὺ ψάλλεται τὴν Πέµπτη της Ε´ ἑβδοµάδος Νηστειῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.

Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, ἐπίσκοπος Κυρήνης (τῆς Λυβύης)

Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ὑπῆρξε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Διοκλητιανοῦ (284-304) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Κυρήνη τῆς Λιβύης. Ἦταν ἀντιγράφος ἱερῶν βιβλίων, ποὺ τὰ µοίραζε στὶς ἐκκλησίες γιὰ τὸν φωτισµὸ τῶν πιστῶν. Τὸν κατάγγειλε ὁ ἴδιος ὁ γιός του, Λέων, στὸν τοπικὸ ἡγεµόνα Διγνιανό, ὅτι προσηλυτίζει πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴ χριστιανικὴ πίστη µὲ τὰ βιβλία του. Τότε τὸν προσκάλεσε ὁ ἡγεµόνας καὶ ὁ Θεόδωρος παρουσιάστηκε µπροστά του, συνοδευόµενος ἀπὸ πολλοὺς χριστιανούς, µεταξὺ δὲ αὐτῶν ἦταν καὶ οἱ Ἁγίες Κυπρίλλα, Ἀρόα καὶ Λουκία. Ὁ ἡγεµόνας τοῦ ζήτησε νὰ παραδώσει τὰ βιβλία του καὶ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, ἀλλ᾿ ὁ Θεόδωρος δὲν ὑπάκουσε στὴ διαταγὴ τοῦ ἡγεµόνα καὶ ἔτσι ὑπέστη σκληρὰ βασανιστήρια. Στὴν ἀρχὴ τὸν µαστίγωσαν ἀνελέητα, κατόπιν τὸν σταύρωσαν καὶ στὴ συνέχεια ἔξυσαν τὶς πληγές του µὲ δέρµατα. Ἔπειτα ἀφοῦ ἔκοψαν τὴν γλῶσσα του, τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. (Τελεῖται δὲ ἡ σύναξις αὐτοῦ ἐν τῷ µαρτυρίῳ τοῦ ἁγίου µάρτυρος Θεοδώρου ἐν τῷ Ῥησίῳ).

Οἱ Ἅγιες Κυπρίλλα, Ἀρόα καὶ Λουκία

Ἡ ἁγία Κυπρίλλα, καταγόταν ἀπὸ τὴν ἴδια πατρίδα, µ᾿ αὐτὴ τοῦ ἁγίου Θεοδώρου ἐπισκόπου Κυρήνης, δηλαδὴ τὴν Κυρήνη. Παντρεύτηκε καὶ ἔζησε µὲ τὸ σύζυγό της µόνο δυὸ χρόνια. Διότι αὐτὸς πέθανε καὶ ἔτσι ἔµεινε χήρα 28 χρόνια. Ἐπειδὴ ὅµως εἶχε φοβεροὺς πονοκεφάλους, πῆγε στὸν ἅγιο Θεόδωρο, ποὺ τότε ἦταν φυλακισµένος γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, καὶ τὴν θεράπευσε. Ἀπὸ τότε ἡ Κυπρίλλα, µαζὶ µὲ τὴν Λουκία καὶ τὴν Ἀρόα, ἔµεινε ἐκεῖ καὶ ὑπηρετοῦσε τὸν Ἅγιο. Μετὰ τὸ µαρτυρικὸ τέλος τοῦ ἁγίου Θεοδώρου, καταγγέλθηκε στὸν ἡγεµόνα καὶ ἡ Κυπρίλλα. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ δὲν κατόρθωσαν νὰ τὴν κάνουν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, τὴν κρέµασαν σ᾿ ἕνα ξύλο, ὅπου τῆς ξέσχισαν τὶς σάρκες, καὶ ἔτσι παρέδωσε τὴν µακάρια ψυχή της. Τὸ τίµιο λείψανό της παρέλαβαν καὶ ἔθαψαν µὲ τιµὲς ἡ Λουκία καὶ ἡ Ἀρόα. Ἀργότερα ὁ ἡγεµόνας Διγνιανὸς θανάτωσε καὶ τὶς δυὸ αὐτὲς γυναῖκες.

Ἡ Ἁγία Ἀσκληπιάς ἡ θαυµατουργή

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Ἱεροµάρτυρας

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ὁ Ὅσιος Μένιγνος

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ἡ Ἁγία Μάρθα (κατ᾿ ἄλλους Μαρία) µητέρα του ὁσίου Συµεών, ποὺ ἀσκήτευσε στὸ ὄρος Θαυµαστό

Ἦταν στολισµένη µὲ πολλὲς χριστιανικὲς ἀρετὲς καὶ γέννησε τὸν Ἅγιο Συµεὼν κατόπιν ἐπαγγελίας τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ. Ὑπῆρξε σὲ µεγάλο βαθµὸ φιλάνθρωπη καὶ βοήθησε τὸν πλησίον ἀπεριόριστα. Ὅταν ἀπεβίωσε εἰρηνικά, ἐνταφιάστηκε στὴ Δάφνη τῆς Ἀντιοχείας. Ἀργότερα, λέγεται, ὁ γιός της µετέφερε τὸ ἅγιο λείψανό της κοντὰ στὸν στῦλο ὅπου ἀσκήτευε. Ἐκεῖ µὲ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἁγίου γιοῦ της, ὁ τάφος της θαυµατουργοῦσε. (Ἡ µνήµη τῆς φέρεται καὶ κατὰ τὴν 1η Σεπτεµβρίου).

Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ἡ Ἁγία Κορίλλα

Ἡ µνήµη της ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη της.

Ὁ Ἅγιος Δονᾶτος, ἐπίσκοπος Λιβύης καὶ Ἱλαρίων ὁσιοµάρτυρας

Σύµφωνα µὲ τὴν ἄποψη τοῦ Μ. Γαλανοῦ, πρόκειται γιὰ τὸν Δονᾶτο ἐπίσκοπο Arerro τῆς Ἐτρουρίας. Οἱ γονεῖς του εἶχαν πεθάνει καὶ αὐτοὶ γιὰ τὸν Χριστό, ὁ δὲ γιός τους, µαζὶ µὲ κάποιο µοναχὸ Ἱλαρίωνα, εἶχε καταφύγει στὴ προαναφερθεῖσα συγκεκριµένη πόλη, τῆς ὁποίας ἀναδείχθηκε ποιµενάρχης. Ἐπὶ διωγµοῦ ὅµως, ποὺ κίνησε ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, ὁ ἔπαρχος Κουαδρατιανὸς διέταξε καὶ τοὺς δυὸ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἐκεῖνοι ὄχι µόνο ἀρνήθηκαν, ἀλλὰ καὶ διαµαρτυρήθηκαν ἔντονα στὶς δηµόσιες ἀρχὲς γι᾿ αὐτή τους τὴν πλάνη. Τότε τὸν µὲν Ἱλαρίωνα χτύπησαν µὲ ῥαβδιὰ µέχρι θανάτου, τὸν δὲ Δονάτο, µετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, τὸν ἀποκεφάλισαν. Τὰ ἁγία λείψανά τους παρέλαβαν οἱ χριστιανοὶ ἀπὸ τὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, ὅπου εἶχαν ἀφεθεῖ, καὶ τὰ ἔθαψαν µὲ τιµές.

Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Χωνιάτης, Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν

Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται, µαζὶ µὲ αὐτὴ τοῦ Ἀνδρέα Κρήτης, στὸν Βατοπεδινὸ Κώδικα µὲ κοινὴ Ἀκολουθία (βλ. Δηµητριεύσκι τυπικὰ Β´ σελ. 754).

Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη