Home ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΙΟΥΝΙΟΣ 12 ΙΟΥΝΙΟΥ

12 ΙΟΥΝΙΟΥ

1905
Συναξάρι Ιουνίου
12 Ιουνίου
  • Ὁ Ὅσιος Ὀνούφριος ὁ Αἰγύπτιος
  • Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Θεοφόρος ὁ ἐν Ἄθῳ ἀσκήσας
  • Ἡ Ἁγία Ἀντωνίνα
  • Ὁ Ὅσιος Ἰουλιανὸς ἐν τοῖς Δογάζου
  • Ὁ Ὅσιος Ζήνων
  • Ὁ Ἅγιος Τριφύλλιος Ἐπίσκοπος Λευκωσίας Κύπρου
  • Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Στρατιώτης
  • Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος Κονεζίας ὁ Θαυµατουργὸς (Ῥῶσος)
  • Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ἐν Ἀσπροκάστρῳ
  • Ὁ Ἅγιος Συνέσιος ὁ νέος Ὁσιοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη
  • Ὁ Ἅγιος Βενέδικτος ὁ νέος Ὁσιοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη
  • Ὁ Ἅγιος Τιµόθεος ὁ νέος Ὁσιοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη
  • Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ νέος Ὁσιοµάρτυρας ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα
 

σιος νούφριος Αγύπτιος.

Ἀπὸ τὶς µεγαλύτερες ἀσκητικὲς φυσιογνωµίες τῶν αἰγυπτιακῶν ἐρήµων, ὁ Ὀνούφριος καταγόταν ἀπὸ τὴν Περσία. Ἀπὸ παιδὶ ἀκόµα ἔδειχνε φλογερὸ πόθο ὁλοκληρωτικῆς ἀφιέρωσης στὸ Θεό. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἐντάχθηκε σὲ µία κοινοβιακὴ ἀδελφότητα, ὅπου γιὰ ἀρκετὰ χρόνια ἀσκήθηκε στὴν πνευµατικὴ καὶ σωµατικὴ ἐγκράτεια καὶ στὴν ὑπακοή. Ἡ µεγάλη του ταπεινοφροσύνη ἔκανε τοὺς ἀδελφούς του νὰ τὸν ἀγαπήσουν πολύ. Ὅταν ὡρίµασε περισσότερο στὴν ἡλικία ὁ Ὀνούφριος θέλησε νὰ πάει βαθύτερα στὴν ἔρηµο, νὰ γνωρίσει καὶ νὰ µιµηθεῖ τὴν ζωὴ τῶν ἐκεῖ ἀσκητῶν της. Μὲ µεγάλη λύπη ἡ ἀδελφότητα ἄφησε ἐλεύθερο τὸ ἐπίλεκτο αὐτὸ µέλος της. Ἀφοῦ βάδισε ἀρκετὰ µέσα στὴν ἔρηµο, συνάντησε τὴν καλύβη τοῦ ἐρηµίτη Ἑρµία, ποὺ µὲ θεία ἀποκάλυψη τὸν περίµενε. Ὁ Ἑρµίας τὸν ὁδήγησε σὲ µία καλύβη, κάτω ἀπὸ ἕναν πελώριο φοίνικα, ποὺ δίπλα κελάρυζαν τὰ νερὰ µίας καθάριας πηγῆς. Ἐκεῖ ὁ Ὀνούφριος ἐπιδόθηκε σὲ µεγαλύτερη πνευµατικὴ ἄσκηση, καὶ ἡ φήµη του διαδόθηκε σὲ ὅλους τοὺς ἐρηµίτες, ποὺ συχνὰ πήγαιναν νὰ τὸν συµβουλευθοῦν καὶ νὰ πάρουν τὴν εὐχή του. Τελικά, ὅταν κάποτε τὸν ἐπισκέφθηκε ὁ Ἀββᾶς Παφνούτιος, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή, καὶ ὁ Παφνούτιος τὸν ἔθαψε κάτω ἀπὸ τὸν πελώριο φοίνικα. Θύµισε, ἔτσι, σὲ ὅλους τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «γύµναζε σεαυτὸν πρὸς εὐσέβειαν». Δηλαδή, γύµναζε καὶ συνήθιζε τὸν ἑαυτό σου στὴ συνεχὴ ἐξάσκηση τῆς ἁγίας ζωῆς.
 
σιος Πέτρος Θεοφόρος ν θ σκήσας.

Πατρίδα τοῦ ὁσίου αὐτοῦ ἦταν ἡ Κωνσταντινούπολη. Οἱ γονεῖς του, εὐσεβῆ καὶ διακεκριµένα µέλη τῆς ἐκεῖ κοινωνίας, τὸν εἶχαν ἀναθρέψει σύµφωνα µὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐκπαίδευση τοῦ Πέτρου ὑπῆρξε ἀξιόλογη καὶ µὲ τὰ προσόντα ποὺ ἦταν προικισµένος ἀναδείχτηκε καὶ στρατηγός. Ἀλλ᾿ ὁ Πέτρος, µὲ τὴν δύναµη τῆς χριστιανικῆς ζωῆς, δὲν ξέφυγε ἀπὸ τὸν ἴσιο καὶ φωτεινὸ δρόµο. Ἀνέβηκε ψηλά, ἀλλ᾿ ἔµεινε ἀγαθός. Καὶ ἐνῷ βρισκόταν µεταξὺ τῶν ἐπισήµων καὶ µεγάλων, ἀγαποῦσε νὰ κάνει συντροφιὰ µὲ τοὺς µικροὺς καὶ νὰ ἐπισκέπτεται τὰ ταπεινά τους σπίτια, γιὰ νὰ φέρνει στὶς στερήσεις καὶ τὶς θλίψεις τους παρηγοριὰ καὶ ἀνακούφιση. Σὲ κάποια µάχη ὅµως, νικήθηκε τὸ βασιλικὸ στράτευµα καὶ ὁ ἴδιος πιάστηκε αἰχµάλωτος. Ἀπελευθερώθηκε µὲ θαυµαστὸ τρόπο καὶ πῆρε τὴν ἀπόφαση ν᾿ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὸ Χριστό. Πῆγε λοιπὸν στὴ Ῥώµη, περιηγήθηκε ὅλα τὰ χριστιανικὰ µνηµεῖα, µελέτησε τὴν Ἱστορία τῶν ἀγώνων τῆς Ἐκκλησίας καὶ κατόπιν ἔγινε µοναχός. Ἔπειτα πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἀσκήτεψε γιὰ ἀρκετὰ χρόνια µέσα σὲ µία σπηλιά. Ὅταν πέθανε, οἱ µοναχοὶ τὸν ἔθαψαν µὲ τιµές, σὰν πατέρα καὶ καθοδηγό τους.
 
γία ντωνίνα.

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Μαξιµιανοῦ καὶ Διοκλητιανοῦ καὶ ἄρχοντα Πρισκιλλιανοῦ. Τὸ ἔτος 302 συνελήφθη ἐπειδὴ ἦταν χριστιανὴ καὶ χτυπήθηκε στοὺς µαστούς. Κατόπιν ῥίχτηκε στὴ φυλακὴ καὶ ἐπειδὴ ἐπέµενε στὴν πίστη της, τὴν κρέµασαν ἐπάνω σ᾿ ἕνα ξύλο, ἔτσι ὥστε νὰ καίγονται οἱ πλευρές της καὶ ἔπειτα τὴν ἅπλωσαν ἐπάνω σὲ πυρακτωµένη σχάρα. Κατόπιν σούβλισαν τὰ κάτω ἄκρα της καὶ ἔτσι µισοπεθαµένη τὴν ἔριξαν πάλι στὴ φυλακή, ὅπου ἔµεινε δυὸ ὁλόκληρα χρόνια. Ἔπειτα τὴν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ τὴν ἔριξαν στὴ θάλασσα, ὅπου ἡ Ἁγία ἔλαβε τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.

σιος ουλιανς ν τος Δογάζου.

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
 
σιος Ζήνων.

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
 
γιος Τριφύλλιος πίσκοπος Λευκωσίας Κύπρου.

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Στὸν Παρισινὸ Κώδικα 402 Coislin φ. 157 ἡ µνήµη του φέρεται καὶ τὴν 13η Ἰουνίου.
 
γιος ωάννης Στρατιώτης.
 
σιος ρσένιος Κονεζίας Θαυµατουργς (Ῥῶσος).

γιος ωάννης ν σπροκάστρῳ.

Ὁ Νεοµάρτυρας αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζοῦντα καὶ ἦταν λόγιος πρόκριτος τῆς πόλης αὐτῆς καὶ πολὺ εὐσεβής. Ἀσχολούµενος µὲ τὸ ἐµπόριο, κάποτε ἐπιβιβάσθηκε σ᾿ ἕνα τούρκικο πλοῖο καὶ συνόδευε τὰ ἐµπορεύµατά του. Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ, ἡ προσευχή, ἡ νηστεία καὶ ἡ ἐλεηµοσύνη ποὺ ἐκδήλωσε ὁ Ἰωάννης, κίνησε τὸν φθόνο τοῦ Τούρκου πλοιάρχου, ὁ ὁποῖος µὲ µακρὲς συζητήσεις προσπαθοῦσε νὰ τὸν προσηλυτίσει. Ὁ Ἰωάννης, ἔµπειρος σχετικῶς µὲ τὶς Γραφές, νίκησε τὸν πλοίαρχο στὶς θρησκευτικὲς αὐτὲς συζητήσεις. Ὅταν ἀποβιβάστηκαν στὸ Ἄκκερµαν (Ἀσπρόκαστρο), ὁ πλοίαρχος συκοφάντησε τὸν Ἰωάννη στὸν Τοῦρκο ἡγεµόνα, ὅτι δῆθεν ἔδωσε λόγο νὰ γίνει µωαµεθανός. Μετὰ ἀπὸ λίγο ὁδηγοῦσαν µὲ τιµὲς τὸν Ἰωάννη, µπροστὰ στὸν ἡγεµόνα, ποὺ µὲ κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις προσπαθοῦσε νὰ ἐπιτύχει τὸν σκοπό του. Ἀλλ᾿ ὁ Ἰωάννης περίτρανα ὁµολόγησε πὼς ἦταν, εἶναι καὶ θὰ παραµείνει χριστιανός, ὅσα πλούτη καὶ ἀξιώµατα καὶ ἂν τοῦ προσφέρουν. Θυµωµένος ὁ ἡγεµόνας, διέταξε καὶ τὸν βασάνισαν τόσο σκληρά, ὥστε τὸ αἷµα του ἔτρεχε σὰν ποτάµι. Κατόπιν ἔτσι αἱµόφυρτο τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Τὴν ἑπόµενη ἡµέρα, ὅταν τὸν ξαναπαρουσίασαν στὸν ἡγεµόνα, ὁ Ἰωάννης ὁµολόγησε µὲ περισσότερο θάῤῥος τὴν πίστη του, λέγοντας πὼς αὐτὰ τὰ βασανιστήρια ποὺ τοῦ ἔκαναν δὲν τοῦ φάνηκαν τίποτα καὶ ἂν ἔχουν ἄλλα καινούργια ἂς τὰ ἐφαρµόσουν. Ἐξοργισµένος ἀκόµα περισσότερο ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ τύραννος, διέταξε καὶ τὸν µαστίγωσαν τόσο βάρβαρα, ὥστε ἄρχισαν νὰ πέφτουν κοµµάτια οἱ σάρκες του, µέχρι ποὺ φάνηκαν τὰ ἐντόσθιά του. Στὴ συνέχεια τὸν ἔδεσαν στὴν οὐρὰ ἑνὸς ἀγρίου ἀλόγου, ποὺ τὸν ἔσερνε µέσα στοὺς δρόµους τῆς πόλης. Τὴ στιγµὴ δὲ ποὺ περνοῦσε ἀπὸ τὴν ἑβραϊκὴ συνοικία, οἱ Ἑβραῖοι ἔβριζαν καὶ κακοποιοῦσαν τὸν Μάρτυρα. Ἕνας µάλιστα, πῆρε ἕνα σπαθὶ καὶ τοῦ ἔκοψε τὸ κεφάλι, στὶς 12 Ἰουνίου 1492. Ἀπὸ τὰ θαύµατα ποὺ ἔκανε τὸ ἐγκαταλελειµµένο λείψανο τοῦ Ἁγίου, ὁ ἡγεµόνας φοβήθηκε καὶ ἔδωσε τὴν ἄδεια στοὺς χριστιανοὺς νὰ τὸ παραλάβουν καὶ νὰ τὸ κηδεύσουν µὲ τιµὲς σὲ κάποιο Ναό, ὅπου παρέµεινε 70 χρόνια θαυµατουργῶντας. Ἀργότερα, µὲ βασιλικὲς τιµές, µετεκοµίσθη στὴ Σουτζάβα τῆς Μολδαυίας. Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ, συνέταξε ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Νικηφόρος ὁ Κρής, ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 1819 στὸ Ἰάσιο.
 
γιος Συνέσιος νέος.

Ὁσιοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη Πατρίδα τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ, ἦταν τὸ χωριὸ Τρίγλια τῆς Προῦσας. Ὅταν λοιπὸν ὁ Συνέσιος ἦλθε σὲ ἡλικία γάµου, οἱ γονεῖς του ἑτοιµάζονταν νὰ τὸν παντρέψουν. Αὐτὸς ὅµως, φλεγόµενος ἀπὸ θεῖο ἔρωτα, ἔφυγε καὶ πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἀρχικὰ πῆγε στὴ Μονὴ Ἰβήρων, ὅπου ἦταν ὁ ἀδελφός του Θεόφιλος καὶ ὁ θεῖος του Γεράσιµος. Αὐτοὶ λοιπὸν τὸν συµβούλεψαν καὶ ἦλθε στὸ κοινόβιο τοῦ πρωτοµάρτυρα Στεφάνου, ὅπου µετὰ ἀπὸ δοκιµὴ ἔγινε Μοναχός. Λίγα χρόνια πρὶν τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, ὁ Συνέσιος µαζὶ µὲ τοὺς Γέροντες καὶ τὸν ἐπίτροπο τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἄρχοντα κὺρ-Σπανδωνή, συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ ὁδηγήθηκαν στὴ Θεσσαλονίκη. Ἐκεῖ τοὺς βασάνισαν σκληρά, ἐπειδὴ δῆθεν δὲν µαρτυροῦσαν τοὺς κρυµµένους θησαυροὺς τῶν Μοναστηριῶν.
Ὁ ἐπὶ δυόµισι χρόνια ἀνελέητος βασανισµός τους, ἔκανε τὸν Συνέσιο µαζὶ µὲ τοὺς ὑπόλοιπους Γέροντες νὰ παραδώσουν µαρτυρικὰ τὴν δίκαια ψυχὴ τοὺς στὸ Θεό, στὶς 12 Ἰουνίου 1821.
 
γιος Βενέδικτος νέος.

Ὁσιοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη Πατρίδα του ἦταν τὸ χωριὸ Ἔζουβα ἢ ἀλλιῶς Ἀµουρµπέκι τῶν Σεῤῥῶν. Νέος ἀκόµα, ἦλθε µὲ τὸν πατέρα του στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ὁ µὲν πατέρας του ἔγινε µοναχὸς στὸ κοινόβιο τοῦ πρωτοµάρτυρα Στεφάνου, ὁ δὲ Βενέδικτος ἐστάλη στὸν Πολύγυρο γιὰ νὰ µάθει τὰ Ἱερὰ γράµµατα. Ὅταν µεγάλωσε ἔγινε καὶ αὐτὸς µοναχὸς καὶ ἀργότερα Ἱερέας. Μὲ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821 συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ὁδηγήθηκε δέσµιος µαζὶ µὲ ἄλλους καλογήρους στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπου πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου µὲ ἀποκεφαλισµό, στὶς 12 Ἰουνίου 1821.

γιος Τιµόθεος νέος.

Ὁσιοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη.
 
νέος σιοµάρτυρας Τιµόθεος.

Καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῆς Βεροίας. Ὅταν ἦταν νέος παντρεύτηκε καὶ µετὰ ἀπὸ τὴν ἀποβίωση τῆς συζύγου τοῦ πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔγινε Μοναχός. Μὲ τὴν Ἐπανάσταση τοῦ 1821, µαρτύρησε καὶ αὐτὸς στὴ Θεσσαλονίκη, µαζὶ µὲ ἄλλους καλογήρους, στὶς 12 Ἰουνίου 1821. Ἦταν τότε πάνω ἀπὸ 60 χρονῶν.

γιος Παλος νέος σιοµάρτυρας π τ ωάννινα.

Κατὰ κόσµον ὀνοµαζόταν Πέτρος καὶ καταγόταν ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα. Ἔµεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ µητέρα του τὸν ἔστειλε στὸ Ἑλληνικὸ σχολεῖο τοῦ Παλάνου γιὰ νὰ διδαχθεῖ τὰ Ἱερὰ γράµµατα. Συνέβη ὅµως νὰ ἔλθει σὲ ἐπαφὴ µὲ µοναχοὺς τοῦ Ἱεροῦ κοινοβίου τοῦ πρωτοµάρτυρα Στεφάνου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, καὶ ὅταν αὐτοὶ ἐπέστρεψαν στὸ Ἅγιον Ὄρος τοὺς ἀκολούθησε καὶ αὐτός. Μετὰ ἀπὸ δοκιµή, ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Παῦλος. Τὸ 1821 ὅµως, συνελήφθη µαζὶ µὲ ἄλλους συµµοναστές του, ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Ἀµπλοὺτ Ῥοµποὺτ πασὰ καὶ ὁδηγήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη. Ἐκεῖ ἔλαβε µαρτυρικὸ τέλος, µετὰ ἀπὸ φρικτὰ καὶ βάρβαρα βασανιστήρια.

 

Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη