Home ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΜΑΪΟΣ 12 ΜΑΪΟΥ

12 ΜΑΪΟΥ

1842
Συναξάρι Μαΐου
12 Μαΐου
 
  • Ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος, ἐπίσκοπος Κύπρου 
  • Ὁ Ἅγιος Γερµανός, ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως 
  • Ὁ Ἅγιος Φίλιππος ὁ Ἀργύριος 
  • Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βλάχος 
  • Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Θεοφόρος ποὺ ἀσκήτευσε στὰ Κύθηρα 
  • Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος, πατριάρχης Ἱεροσολύµων 
  • Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης, ἐπίσκοπος Κύπρου 
  • Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Σιναΐτης 
  • Εὕρεσις ἱερῶν λειψάνων (1961) τῆς Ἁγίας παρθενοµάρτυρος Εἰρήνης ἐν Καρυαῖς Λέσβου

 

Ὁ Ἅγιος Ἐπιφάνιος ἐπίσκοπος Κύπρου

Μεγάλωσε µέσα σὲ ἕνα φτωχόσπιτο, στὸ χωριὸ Βησαυδούκη (ἢ Βησανδούκ), κοντὰ στὴν  Ἐλευθερούπολη τῆς Παλαιστίνης (310 µ.Χ.). Οἱ Ἰουδαῖοι γονεῖς του ἦταν φτωχοὶ  γεωργοί. Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του ὁ Ἐπιφάνιος προσελκύεται στὸν χριστιανισµὸ  ἀπὸ δυὸ περίφηµους γιὰ τὶς γνώσεις καὶ τὸν ἀσκητισµὸ µοναχούς, τὸν Λουκιανὸ καὶ τὸν  Ἰλαρίωνα. Ἔπειτα, πηγαίνει στὴν ἔρηµο καὶ ζεῖ κοντὰ στοὺς πνευµατικότερους ἀσκητὲς τῆς Παλαιστίνης. Ἐκεῖ καταρτίζεται στὴν ἀρετὴ καὶ ἐµπλουτίζει σὲ µεγάλο βαθµὸ τὸ µυαλό του µὲ θεολογικὲς γνώσεις. Ἡ φήµη τῆς ἀρετῆς του ἀνέδειξε τὸν Ἐπιφάνιο ἐπίσκοπο Κωνσταντίας στὴν Κύπρο. Ἀπὸ τότε, ἀγωνίστηκε µὲ θερµότερο ζῆλο γιὰ τὴν ἀνόθευτη καὶ γνήσια διατήρηση τοῦ ὀρθοδόξου δόγµατος. Καταπολέµησε ὅλες τὶς αἱρετικὲς πλάνες τῆς ἐποχῆς του, καὶ ἰδιαίτερα τὶς ἐσφαλµένες δοξασίες τοῦ Ὠριγένη. Συνεχῶς κήρυττε στὸ ποίµνιό του νὰ εἶναι προσεκτικὸ στοὺς ψευδοδιδασκάλους, χρησιµοποιώντας τὸν λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ποὺ λέει: «Ἀγαπητοί, µὴ παντὶ πνεύµατι πιστεύετε, ἀλλὰ δοκιµάζετε τὰ πνεύµατα εἰ ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστίν, ὅτι πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσµον». Ἀγαπητοί, µὴ δίνετε ἐµπιστοσύνη στὸν  καθένα ποὺ σᾶς λέει ὅτι ἐµπνέεται ἀπὸ τὸ Πνεῦµα τοῦ Θεοῦ. Ἀλλ᾿ ἐξετάζετε καὶ διακρίνετε τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐµφανίζονται ἐµπνεόµενοι ἀπὸ τὸ Πνεῦµα, ἂν πράγµατι προέρχονται αὐτοὶ ἀπὸ τὸν Θεό. Διότι πολλοὶ ψευδοπροφῆτες βγῆκαν στὸν  κόσµο. Ό Ἐπιφάνιος πέθανε ἐν πλῷ ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ποὺ εἶχε πάει γιὰ  ἐκκλησιαστικὲς ὑποθέσεις πρὸς τὴν Κωνσταντία, στὶς 12 Μαΐου τοῦ 403, µετὰ ἀπὸ ἀρχιερωσύνη 36 χρόνων καὶ ἀφοῦ ἄφησε ἀρκετὰ ἀντιαιρετικὰ συγγράµµατα.

Ὁ Ἅγιος Γερµανός, ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 640. Πατέρας του ἦταν ὁ πατρίκιος  Ἰουστινιανός, ποὺ τὸν ἀνέθρεψε µὲ µεγάλη εὐσέβεια. Εἴκοσι χρονῶν ἔµεινε ὀρφανὸς  ἀπὸ πατέρα, τὸν ὁποῖο σκότωσε ὁ Κωνσταντῖνος ὁ Πωγωνάτος, ἀφοῦ τὸν συµπεριέλαβε µεταξὺ αὐτῶν ποὺ σκότωσαν τὸν πατέρα του. Τὸν Γερµανό, ἀφοῦ τὸν εὐνούχισε, τὸν κατέταξε στὸν κλῆρο τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτός, φηµισµένος γιὰ τὴν ἀρετή, τὴν µόρφωση καὶ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του, ἐκλέχθηκε µητροπολίτης Κυζίκου, στὸ 37ο ἔτος τῆς  ἡλικίας του. Ἀργότερα, ὅταν χήρεψε ὁ πατριαρχικὸς θρόνος, µὲ τὴν γνώµη τοῦ βασιλιᾶ  Ἀναστασίου καὶ τὴν ψῆφο τῆς συγκλήτου, τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ, ἀνέβηκε στὸν  Οἰκουµενικὸ Θρόνο (715). Ἀπὸ τὴν θέση αὐτή, ἀφιέρωσε ὅλες του τὶς πνευµατικὲς καὶ  ἠθικὲς δυνάµεις, διδάσκοντας καὶ νουθετῶντας µὲ τὰ συνεχῆ κηρύγµατά του τὸν λαό. Κατόπιν, ὅταν ὁ εἰκονοµάχος αὐτοκράτορας Λέων ὁ Ἴσαυρος τοῦ εἶπε νὰ συµµορφωθεῖ  µὲ τὰ ἀσεβῆ διατάγµατά του, αὐτὸς ὄχι µόνο δὲν ὑπάκουσε, ἀλλὰ παρότρυνε καὶ τὸν λαὸ σὲ ἀντίσταση. Ἀναγκάστηκε ἔτσι νὰ παραιτηθεῖ, ἀφοῦ κατέθεσε τὸ ὠµοφόριό του πάνω στὴν Ἁγία Τράπεζα. Ἀποσύρθηκε σ᾿ ἕνα πατρικό του κτῆµα, τὰ Πλατάνια, καὶ µετὰ ἀπὸ  σύντοµη ἀρρώστια, πέθανε σὲ ἡλικία 100 ἐτῶν στὶς 12 Μαΐου τὸ 740. Ἡ ταφή του ἔγινε στὴν Μονὴ τῆς Χώρας.

Ὁ Ἅγιος Φίλιππος ὁ Ἀργύριος

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸν  Σιναϊτικὸ Κώδικα 647, µαζὶ µὲ τὸν Ἐπιφάνιο Κύπρου καὶ τὸν Γερµανό, ἀρχιεπίσκοπο Κων/πόλεως (βλ.  Τιµοθέου Θέµελη, ἀρχιεπισκόπου Ἰορδανοῦ, Τὰ Μηναῖα ἀπὸ τοῦ 11ου µέχρι 13ου  αἰῶνα, Ἀλεξάνδρεια 1931, σελ. 33). Ἐπίσης καὶ στὸν Κώδικα Δ. α. IX Κρυπτοφέρης ὅπου  καὶ ἡ Ἀκολουθία του.

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βλάχος

Γεννήθηκε στὴν Βλαχία καὶ καταγόταν ἀπὸ ἐπιφανὲς γένος. Ἐπὶ Σουλτάνου Μεχµὲτ καὶ  σὲ ἡλικία 15 ἐτῶν τὸν νεοµάρτυρα αὐτὸν ἅρπαξαν οἱ Τάταροι, ποὺ εἶχαν εἰσβάλει στὴν Βλαχία γιὰ νὰ καταπνίξουν τὴν ἐπανάσταση τοῦ ἄρχοντα Μίχνα Βοεβόνδα Τζιβᾶν µπέη. Ἕνας ἀπὸ τοὺς στρατιῶτες, εἶδε τὴν ὀµορφιὰ τοῦ νέου αὐτοῦ καὶ τὸν ἔδεσε σ᾿ ἕνα  δένδρο γιὰ νὰ τὸν βιάσει. Ὁ Ἰωάννης ὅµως βρῆκε τὴν εὐκαιρία, σκότωσε τὸν στρατιώτη  αὐτὸν καὶ ἀπέφυγε τὸν βιασµό. Συνελήφθη ὅµως ἀπὸ ἄλλους Τούρκους καὶ παραδόθηκε στὴν σύζυγο τοῦ στρατιώτη ποὺ εἶχε σκοτώσει, στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἡ γυναῖκα αὐτὴ ὁδήγησε τὸν Ἰωάννη στὸν βεζίρη, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ τὸν ἀνέκρινε τὸν παρέδωσε στὴν γυναῖκα αὐτή, γιὰ νὰ τὸν µεταχειρισθεῖ ὅπως ἤθελε. Ἐπειδὴ ὅµως αὐτὴ δὲν µπόρεσε µὲ κολακεῖες νὰ τὸν διαφθείρει καὶ νὰ τὸν ἐξισλαµίσει, τὸν παρέδωσε στὸν ἔπαρχο. Μετὰ  ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια, στὰ ὅποια ἦταν παροῦσα καὶ ἡ ἀκόλαστη αὐτὴ γυναῖκα, ποὺ προέτρεπε συνεχῶς τὸν µάρτυρα νὰ ὑποκύψει στὶς ἐπιθυµίες της, ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἀποδείχτηκε ἀληθινὸ διαµάντι στὴν πίστη καὶ στὴν εὐσέβεια. Δέχτηκε τὸ στεφάνι τοῦ  µαρτυρίου, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν µὲ ἀπαγχονισµὸ στὶς 12 Μαΐου 1662 στὸ Παρµὰκ Καπὶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καρυοφύλλης.

Ὁ Ὅσιος Θεόδωρος ὁ Θεοφόρος ποὺ ἀσκήτευσε στὰ Κύθηρα

Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Ῥωµανοῦ καὶ πατρίδα του ἦταν ἡ Κορώνη τῆς  Πελοποννήσου. Ἡ µητέρα του προηγούµενα ἦταν στεῖρα καί, ὅταν ὁ Θεὸς τῆς χάρισε  παιδί, τὸ ὀνόµασε Θεόδωρο. Ὁ Θεόδωρος λοιπὸν διδάχτηκε τὰ ἱερὰ γράµµατα καὶ  παραδόθηκε ἀπὸ τοὺς γονεῖς του στὸν τότε ἐπίσκοπο Κορώνης, ὁ ὁποῖος τὸν ἔκανε  ἀναγνώστη. Ὅταν πέθαναν οἱ γονεῖς του, ὁ Θεόδωρος µπῆκε ὑπὸ τὴν προστασία ἑνὸς  ἱερέα τοῦ Ναυπλίου, ποὺ ἦταν φίλος τῶν γονέων τοῦ Ἁγίου. Ὅταν ἔφτασε σὲ  κατάλληλη ἡλικία, παντρεύτηκε καὶ ἀπέκτησε δυὸ παιδιά. Ὁ ἐπίσκοπος Ἄργους,  βλέποντας τὶς ἀρετές του, τὸν χειροτόνησε διάκονο. Ἀργότερα ὁ Θεόδωρος πῆγε στὴν  Ῥώµη καὶ προσκύνησε τοὺς τόπους τῶν Μαρτύρων. Κατόπιν ἐπέστρεψε στὴν  Μονεµβασία, ὅπου παρέµεινε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστηµα. Ἔπειτα, παρὰ τὶς  παρακλήσεις τῆς οἰκογένειάς του νὰ µείνει κοντά της, ὁ Θεόδωρος, ποθῶντας τὰ  ἀνώτερα πνευµατικὰ ἀγαθά, ἦλθε στὰ Κύθηρα. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ πολὺ ἀσκητικὴ  καὶ ἔφτασε σὲ µεγάλα ὕψη ἀρετῆς, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Μετὰ τὸν θάνατό του, ἔκανε καὶ ἀρκετὰ θαύµατα. (Στοὺς Συναξαριστὲς ὁ Ἅγιος αὐτὸς δὲν ἀναφέρεται, τὰ βιογραφικά  του στοιχεῖα µαθαίνουµε ἀπὸ τὴν Ἀκολουθία του, ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 1747 στὴ Βενετία, τὸ  1841 στὴν Σµύρνη καὶ τὸ 1899 καὶ 1961 στὴν Ἀθήνα).

Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος, πατριάρχης Ἱεροσολύµων

Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸ  Ἵεροσολυµιτικὸ Κανονάριο δυὸ φορὲς (12 Μαΐου καὶ 7 Νοεµβρίου).

Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης, ἐπίσκοπος Κύπρου

Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Σιναΐτης

Εὕρεσις ἱερῶν λειψάνων (1961) τῆς Ἁγίας παρθενοµάρτυρος Εἰρήνης ἐν Καρυαῖς  Λέσβου

 

Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη