Home ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ

24 ΑΠΡΙΛΙΟΥ

1896
Συναξάρι Απριλίου
24 Απριλίου
  • Ἡ Ὁσία Ἐλισάβετ ἡ θαυµατουργός
  • Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Στρατηλάτης, ὁ Γότθος
  • Οἱ Ἅγιοι 70 Στρατιῶται
  • Οἱ Ἅγιοι Ἀχιλλέας καὶ Εὐτέξιος ὁ ἱεροµάρτυρας
  • Οἱ Ἅγιοι Πασικράτης καὶ Βαλεντίων
  • Οἱ Ἅγιοι Εὐσέβιος, Νέων, Λεόντιος, Λογγῖνος, Χριστοφόρος, Δηµήτριος, Δάναβος καὶ Νέσταβος
  • Ὁ Ἅγιος Δούκας ὁ ῥάπτης ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη
  • Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ποὺ µαρτύρησε στὴν Μαγνησία
  • Ὁ Ὅσιος Σάββας ὁ Ῥῶσος ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ
  • Ὁ Ἅγιος Θαυµαστός (+ 6ος αἰ.)
  • Ὁ Ὅσιος Θωµᾶς ὁ διὰ Χριστὸν Σαλὸς (+ 6ος αἰ.)
  • Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ὁ Ῥῶσος (+ 13ος αἰ.)
 

Ὁσία Ἐλισάβετ ἡ θαυµατουργός

Ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς µητέρας της εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ὅτι ἡ Ἐλισάβετ θὰ γινόταν ἀστέρας ὑπέρλαµπρος τῆς χριστιανικῆς ἀρετῆς. Αὐτὸ ἔγινε µὲ τὴν ἐµφάνιση ἀγγέλου στὴν µητέρα της, ποὺ τῆς εἶπε ὅτι θὰ γεννήσει κόρη ποὺ θὰ διακριθεῖ στὶς ἀρετὲς τοῦ Χριστοῦ. Πράγµατι, ἡ Ἐλισάβετ ἀπὸ µικρὴ ἡλικία ἔδωσε τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶµα της στὴν διακονία τῶν πασχόντων συνανθρώπων της. Μὲ κάθε νόµιµο τρόπο, προσπαθοῦσε νὰ βρεῖ πόρους γιὰ τὴν συντήρηση τῶν φτωχῶν καὶ συγχρόνως δωρεὰν µόρφωνε καὶ κατηχοῦσε τὰ παιδιά τους. Θύµιζε, ἔτσι, τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέει: «Πτωχῷ ἔκτεινον τὴν χεῖρα σου, ἵνα τελειωθῇ ἡ εὐλογία σου»· Ἅπλωσε, δηλαδή, µὲ ἐλεηµοσύνη τὸ χέρι σου στὸν φτωχό, γιὰ νὰ εἶναι τέλεια ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ σὲ ‘σένα. Ἔπειτα, νύχτα-µέρα προσέφερε τὴν ὑπηρεσία της στοὺς ἀρρώστους σὰν ἁπλὴ νοσοκόµα, ἐµπνεοµένη πάλι ἀπὸ τὸν θεῖο λόγο, ποὺ λέει: «Μὴ ὄκνει ἐπισκέπτεσθαι ἄρρωστον, ἐκ γὰρ τῶν τοιούτων ἀγαπηθήσῃ». Δηλαδή, µὴν εἶσαι ἀπρόθυµος στὸ νὰ ἐπισκέπτεσαι τὸν ἄρρωστο, διότι ἀπὸ κάτι τέτοια ἔργα θὰ ἀγαπηθεῖς ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ἐπίσης, δὲν παρέλειπε νὰ παρηγορεῖ τοὺς θλιβοµένους καὶ στενοχωρηµένους συνανθρώπους της, διότι ἡ ψυχή της ἄκουγε καὶ πάλι τὸν θεῖο λόγο, ποὺ λέει: «Μὴ ὑστέρει ἀπὸ κλαιόντων». Δηλαδή, µὴ παραλείπεις νὰ συµπαρίστασαι σ᾿ αὐτοὺς ποὺ κλαῖνε. Ἡ Ἐλισάβετ πέθανε εὐεργετῶντας ἀλλὰ καὶ θαυµατουργῶντας, διότι ὁ Θεὸς τῆς εἶχε δώσει καὶ αὐτὸ τὸ χάρισµα.

Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Στρατηλάτης, ὁ Γότθος

Στὴν καταγωγὴ ἦταν Γότθος καὶ ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα, στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ, καὶ ὑπηρετοῦσε στὴν Ῥώµη. Ὁ βασιλιὰς δὲν γνώριζε ὅτι ὁ Σάββας ἦταν χριστιανός, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς δὲν θεώρησε ὅτι ἔπρεπε νὰ προφυλαχθεῖ, ὅταν διώκονταν καὶ φυλακίζονταν οἱ χριστιανοί. Ὁ ἴδιος πήγαινε τρόφιµα στοὺς φυλακισµένους καὶ τοὺς προσέφερε τὴν ἀδελφική του ἀγάπη καὶ συµπαράσταση. Ὅµως, οἱ ἀξιωµατικοὶ τῶν φυλακῶν τὸν κατήγγειλαν στὸν αὐτοκράτορα, ποὺ µάταια προσπάθησε νὰ τὸν πείσει νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Τότε διέταξε καὶ τοῦ ἔσχισαν τὶς πλευρὲς καὶ τὶς πληγές του ἔκαψαν µὲ ἀναµµένες λαµπάδες. Ἀλλ᾿ ἡ καρτερία τοῦ Σάββα, φάνηκε ἀντάξια τῆς πίστης του. Ἀφοῦ εἶδαν ὅτι δὲν µποροῦσαν νὰ κατορθώσουν τίποτα, ἀποφασίστηκε ὁ θάνατός του. Ἐπειδὴ ὅµως εἶχε µεγάλο ἀξίωµα, ἡ εἴδηση ὅτι θὰ θανατωθεῖ, ἔφερε στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσής του πλήθη θεατῶν. Ἀφοῦ ἔβρασαν λοιπὸν ἕνα καζάνι µὲ πίσσα, ὁ ἐπικεφαλῆς τοῦ ἀποσπάσµατος διέταξε νὰ ῥίξουν τὸν µάρτυρα µέσα. Ἀλλὰ ἀπὸ θαῦµα ὁ Ἅγιος παρέµεινε ἀβλαβής. Τὸ θέαµα κίνησε µεγάλο θαυµασµό, καὶ 70 ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ εἰδωλολάτρες πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ ἐπὶ τόπου ἀποκεφαλίστηκαν. Τὸν δὲ Σάββα, ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν µεγάλη πέτρα στὸν λαιµό, τὸν ἔριξαν στὸν ποταµὸ Τίβερη καὶ ἔτσι πῆρε τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.

Οἱ Ἅγιοι 70 Στρατιῶται

Αὐτοὶ πίστεψαν στὸν Χριστὸ διὰ τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ µαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Οἱ Ἅγιοι Ἀχιλλέας καὶ Εὐτέξιος ὁ ἱεροµάρτυρας

Ἡ µνήµη τους ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1959, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη τους.

Οἱ Ἅγιοι Πασικράτης καὶ Βαλεντίων

Κατάγονταν ἀπὸ τὸ Δορύστολο τῆς Μυσίας (περιοχὴ τῆς Βαλκανικῆς χερσονήσου) καὶ ἦταν στρατιῶτες χριστιανοί, κατὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ ἔπαρχος ἦταν ὁ Αὐλοζάνης. Ἐπειδὴ δὲν ἀνέχονταν τὴν προσκύνηση τῶν εἰδώλων ἀπὸ τοὺς ἐθνικούς, ἔκαναν δριµύτατη παρατήρηση σ᾿ αὐτοὺς ποὺ τὰ πίστευαν καὶ ὁµολόγησαν Θεὸ ἀληθινὸ τὸν Χριστό, ὁπότε συνελήφθησαν καὶ ὁδηγήθηκαν στὸν ἡγεµόνα, ὁ ὁποῖος τοὺς παρότρυνε νὰ προσφέρουν θυσία στὸν Ἀπόλλωνα. Ὁ µὲν Πασικράτης ἀρνήθηκε καί, ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν µὲ ἁλυσίδες, τὸν ἔριξαν στὴν φυλακή. Ἐκεῖ ἦλθε ὁ ἀδελφός του καὶ τὸν συµβούλευσε νὰ προσφέρει ἔστω λίγο θυµίαµα γιὰ νὰ σωθεῖ. Ἀλλ᾿ ὁ Πασικράτης τὸν ἔδιωξε καὶ δέχτηκε µὲ χαρὰ τὴν ἀπόφαση τοῦ ἡγεµόνα ν᾿ ἀποκεφαλιστεῖ. Ὁ δὲ Βαλεντίων, ὅταν ῥωτήθηκε, ἂν συµφωνεῖ µὲ αὐτὰ ποὺ πιστεύει ὁ Πασικράτης, ἀπάντησε πὼς καὶ αὐτὸς ἐµµένει στὴν χριστιανική του πίστη καὶ δὲν πρόκειται νὰ θυσιάσει ποτὲ στὰ ἄψυχα εἴδωλα. Τότε καὶ οἱ δυὸ ἀποκεφαλίστηκαν, σὲ ἡλικία ὁ µὲν Πασικράτης 22 ἐτῶν, ὁ δὲ Βαλεντίων 30.

Οἱ Ἅγιοι Εὐσέβιος, Νέων, Λεόντιος, Λογγῖνος, Χριστοφόρος, Δηµήτριος, Δάναβος καὶ Νέσταβος

Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ προσῆλθαν στὴν χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὰ θαύµατα τοῦ Μεγαλοµάρτυρα Γεωργίου, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ἐνδόξου µαρτυρίου του, ὁπότε ὅλοι ὁµολόγησαν τὸν Χριστὸ καὶ φυλακίστηκαν. Ἔπειτα, µὲ πρόσταγµα τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-304), τοὺς κρέµασαν, ξέσχισαν τὶς σάρκες τους καὶ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν, παίρνοντας ἔτσι ὅλοι τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.

Ὁ Ἅγιος Δούκας ὁ ῥάπτης, ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη

Ὁ νεοµάρτυρας αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη καὶ ἦταν νέος ὡραῖος, ἐνάρετος καὶ ἐργαζόταν σὰν ῥάφτης σὲ κάποιο ῥαφεῖο στὴν Κωνσταντινούπολη. Κάποτε ὅµως ποὺ πῆγε νὰ προσφέρει τὶς ὑπηρεσίες του στὸ σπίτι κάποιου µεγιστᾶνα Τούρκου, δέχτηκε ἄσεµνη ἐπίθεση ἀπὸ τὴν ἀκόλαστη γυναῖκα αὐτοῦ τοῦ µεγιστᾶνα καί, σὰν ἄλλος σώφρων Ἰωσήφ, ἔφυγε µακριὰ ἀπὸ τὸ σπίτι της. Τότε αὐτή, γιὰ νὰ προλάβει τὴν ντροπή της, πῆγε καὶ συκοφάντησε τὸν µάρτυρα στὸν βεζίρη, ὅτι δῆθεν αὐτὸς προσπάθησε νὰ τὴν βιάσει µέσα στὸ σπίτι της. Ὁ ἔπαρχος ἀµέσως συνέλαβε τὸν Δούκα καὶ τὸν ὁδήγησε µπροστὰ στὸν βεζίρη, ὅπου ἦταν καὶ ἡ πονηρὴ αὐτὴ γυναῖκα. Παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ ὑποσχέσεις ποὺ τοῦ ἔγιναν, ὁ Δούκας δὲν ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ καὶ ὑπέστη φρικτὰ βασανιστήρια. Οἱ Τοῦρκοι, ἀφοῦ τὸν ἔγδαραν ζωντανό, ἔριξαν τὸ δέρµα του στὴ θάλασσα καὶ συνέχισαν τὰ βασανιστήρια τοὺς στὸ ἄψυχο καὶ ἄµορφο σῶµα τοῦ νεοµάρτυρα. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔγινε στὶς 24 Ἀπριλίου 1564 στὴν Κωνσταντινούπολη ἀποδεικνύοντας τὸν θεῖο ἔρωτα τοῦ µάρτυρα γιὰ τὴν χριστιανικὴ πίστη.

Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ποὺ µαρτύρησε στὴν Μαγνησία

Κατοικοῦσε µαζὶ µὲ τὸν πατέρα του Χατζῆ Κανέλο στὴν πόλη Γιαγιὰ Κιόϊ (τουρκιστί). Ὁ πατέρας του ἦταν ἐπιστάτης στὰ κτήµατα τοῦ ἀγὰ τῆς πόλης αὐτῆς, ποὺ ὀνοµαζόταν Καρὰ Ὀσµάνογλου καὶ ἀπολάµβανε µεγάλων τιµῶν τῶν ἐκεῖ Τούρκων. Σὲ ἡλικία 22 ἐτῶν ὁ Νικόλαος ἀρραβωνιάστηκε καὶ µὲ τὴν ἄδεια τοῦ πατέρα του καὶ τοῦ ἀγά, πῆγε στὴν Μαγνησία γιὰ διάφορες ὑποθέσεις. Ὅταν µπῆκε στὴν πόλη, λόγῳ ἐκτίµησης ἀπὸ τοὺς Τούρκους, φοροῦσε τούρκικα ὑποδήµατα καὶ κόκκινο φέσι στὸ κεφάλι. Οἱ ὑπηρέτες τοῦ δικαστῆ Μαγνησίας, ἂν καὶ γνώριζαν τὸν νέο αὐτό, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν δικαστὴ (µουσελίµη). Ὁ δικαστὴς προσποιούµενος ὅτι δὲν γνώριζε τὸν νέο, ῥώτησε ἂν θέλει νὰ γίνει µωαµεθανὸς µὲ τὸ νὰ φοράει τούρκικα ὑποδήµατα καὶ κόκκινο φέσι. «Ἐγὼ τὰ ῥοῦχα τὰ φορῶ µὲ δική σας ἄδεια, ἀπάντησε ὁ Νικόλαος, διότι ὁ πατέρας µου εἶναι δικός σας ἐργάτης». Τότε ὁ δικαστὴς διέταξε καὶ τὸν µαστίγωσαν τέσσερις διαδοχικὲς φορές, ἀλλὰ ὁ Νικόλαος καὶ τὶς τέσσερις φορὲς παρέµεινε σταθερὸς στὴν πίστη του, ὁµολογῶντας τὸν Χριστὸ Θεὸ ἀληθινό. Τελικὰ µισοπεθαµένος ἀπὸ τὰ βασανιστήρια ῥίχτηκε στὴν φυλακή, ὅπου παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὶς 24 Ἀπριλίου 1796 (κατ᾿ ἄλλους 1776).

Ὁ Ὅσιος Σάββας ὁ Ῥῶσος, ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ

Ὁ Ἅγιος Θαυµαστός (+ 6ος αἰ.)

Ὁ Ὅσιος Θωµᾶς ὁ διὰ Χριστὸν Σαλὸς (+ 6ος αἰ.)

Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ὁ Ῥῶσος (+ 13ος αἰ.)

 

Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη