Home ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ΑΠΡΙΛΙΟΣ 18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ

18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ

1920
Συναξάρι Απριλίου
18 Απριλίου
  • Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου
  • Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Στρατηλάτης, ὁ Γότθος
  • Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Β´, ἐπίσκοπος Μελιτηνῆς
  • Ὁ Ἅγιος Κοσµᾶς ὁ ὁµολογητής, ἐπίσκοπος Χαλκηδόνας
  • Ἡ Ὁσία Ἀθανασία ἡ θαυµατουργός
  • Ὁ Ὅσιος Εὐθύµιος ὁ θαυµατουργὸς καὶ στοὺς ἀσκητὲς φηµισµένος
  • Ὁ Ὅσιος Ναυκράτιος ὁ Στουδίτης
  • Ὁ Ἅγιος ἱεροµάρτυρας Κύριλλος ὁ ΣΤ´
  • Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ῥάπτης ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα
  • Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κουλικᾶς
 

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου

Ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ἀγαπηµένους µαθητὲς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου. Ἀπὸ πολὺ µικρὴ ἡλικία, ὁ Ἰωάννης κατάλαβε τὴν µαταιότητα τοῦ κόσµου καὶ ἀγάπησε τὸν Χριστό. Πῆγε κοντὰ στὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Δεκαπολίτη καὶ ἐκεῖνος τὸν ἔκανε µοναχό, γιὰ νὰ µπορεῖ νὰ ἀγωνίζεται ἀποκλειστικὰ γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Μάλιστα, τόσο πολὺ εἶχε προοδεύσει ὁ Ἰωάννης στὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ὑποταγή, ὥστε ὁ πνευµατικός του πατέρας Ἅγιος Γρηγόριος δόξαζε τὸν Θεὸ ποὺ τὸν ἀξίωσε νὰ ἔχει τέτοιο πνευµατικοπαίδι. Ὅταν πέθανε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος, ὁ Ἰωάννης δὲ θέλησε νὰ µείνει µόνιµα στὸ µέρος ὅπου ἄρχισε τὴν πνευµατική του ζωή. Ἦταν ἀνήσυχο πνεῦµα καὶ ἀναζητοῦσε περισσότερες καὶ βαθύτερες πνευµατικὲς πηγές, γιατί ἔλπιζε στὰ ἴδια τὰ λόγια του Θεοῦ: «Ἐγὼ τῷ διψῶντι δώσω ἐκ τῆς πηγῆς τοῦ ὕδατος τῆς ζωῆς δωρεάν». Δηλαδή, λέει ὁ Κύριος, ἐγὼ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ διψοῦσε στὴν ἐπίγεια ζωή του τὴν δικαιοσύνη καὶ τὴν πνευµατικὴ εὐτυχία, θὰ τοῦ δώσω δωρεὰν ἀπὸ τὴν πηγὴ τοῦ νεροῦ τῆς ἁγίας καὶ µακαρίας ζωῆς µου. Ὁ Ἰωάννης περιόδευσε σὲ πολλὲς πόλεις καὶ τόπους, µεταξὺ αὐτῶν στὰ Ἱεροσόλυµα καὶ τὴν Λαύρα τοῦ Ὁσίου Χαρίτωνα, ὅπου καὶ ἐκοιµήθη.

Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Στρατηλάτης, ὁ Γότθος

Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του Οὐαλεντινιανοῦ (364-374) καὶ Οὐάλεντα (364-377) καὶ διέµενε στὴ Γοτθία. Χριστιανὸς ζηλωτὴς ἀπὸ τὴν νεαρή του ἡλικία, ἀπέφευγε τὰ εἰδωλόθυτα καὶ ἀπέτρεπε τοὺς χριστιανοὺς νὰ τὰ τρῶνε. Προσλήφθηκε στὴν στρατιωτικὴ ὑπηρεσία καὶ µὲ τὸ ἦθος του ἔφτασε σὲ ἀνώτατα στρατιωτικὰ ἀξιώµατα. Τοὺς δὲ εἰδωλολάτρες, διὰ τοῦ κηρύγµατός του, ἐπέστρεψε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ τοὺς βάπτιζε. Ἕνεκα αὐτοῦ οἱ συµπολῖτες του τὸν ἔδιωξαν ἀπὸ τὴν χώρα τους. Ἀργότερα, ὅταν κινήθηκε διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν ἀπὸ τὸν βασιλιὰ τῶν Γότθων Ἀθανάριχο, συνελήφθη αὐτὸς µαζὶ µὲ ἄλλους χριστιανοὺς καὶ τὸν κρέµασαν µέσα στὸ σπίτι του, πάνω σ᾿ ἕνα δοκάρι καὶ ἐκεῖ τὸν βασάνισαν ἄγρια. Κατόπιν ἔδεσαν στὸν τράχηλό του ἕνα µεγάλο ξύλο καὶ τὸν ἔριξαν στὸν Μουσαῖο ποταµό, ὅπου καὶ πνίγηκε σὲ ἡλικία 38 ἐτῶν.

Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Β´, ἐπίσκοπος Μελιτηνῆς

Κατὰ τὸν Σ. Εὐστρατιάδη: Οὗτος κατήγετο κατὰ πᾶσαν πιθανότητα ἐκ Μελιτηνῆς, ἀναγνώστης ὢν τῆς ἐκεῖ ἐκκλησίας καὶ χρηµατίσας διδάσκαλος τοῦ ἐκ Μελιτηνῆς Εὐθυµίου τοῦ µεγάλου, ὡς ἐν τῷ βίῳ τοῦ Ἁγίου Εὐθυµίου ἀναγινώσκοµεν (Migne, Ρ.G. 114, 601 Β): «Προϊόντος δὲ τοῦ χρόνου καὶ τοῦ παιδὸς ἤδη τῶν νηπίων ἀµείβοντος τὴν ἡλικίαν, γραµµάτων διδασκάλοις αὐτὸν ὁ ἐπίσκοπος ἐγχειρίζει· οἱ δὲ ἦσαν Ἀκάκιος καὶ Συνόδιος, εὐγενείᾳ τε καὶ συνέσει καὶ σωφροσύνῃ τῷ τῶν ἀναγνωστῶν χορῷ διαλάµποντες καὶ τὰς τε θείας γραφᾶς εὖ ἠσκηµένοι καὶ παιδείας ἐρασταὶ τῆς θύραθεν οὐκ ἀµελεῖς ὄντες, οἳ µετὰ πολλοὺς διὰ Χριστὸν ἀγῶνας καὶ τὴν ἀρχὴν τῆς κατὰ Μελιτηνὴν Ἐκκλησίας, ἰδίᾳ κατὰ καιρὸν ἑκάτερος αὐτῶν ἐγχειρίζονται· ὧν πολλάκις ἡ Μελιτηνῶν πόλις καὶ εἰσέτι καὶ νῦν ἐντρυφᾷ διηγήµασιν, ἐκκλησιῶν τε ὡς ἀληθῶς προστασία καὶ ψυχῶν κηδεµονία προσήκουσι». Τὰ αὐτὰ λέγει καὶ Κύριλλος ὁ Σκυθοπολίτης ὁ τὸν βίον γράψας Εὐθυµίου τοῦ µεγάλου. Σὺν τῷ χρόνῳ διῆλθεν ὁ Ἀκάκιος τὰς βαθµίδας τῆς Ἱερωσύνης καὶ διὰ τὴν παιδείαν αὐτοῦ καὶ σωφροσύνην ἀνήχθη εἰς τὸν ἐπισκοπικὸν θρόνον τῆς Μελιτηνῆς (Δευτέρας Ἀρµενίας), ἕκτος ἐπίσκοπος κατὰ σειρὰν τῆς Μελιτηνῆς ἀριθµούµενος (Le Quien, Oriens christianus Α., σ. 441-442, ἔκδ. Παρισίων 1740). Ὡς τοιοῦτος ἔλαβε µέρος εἰς τὴν ἐν Ἐφέσῳ τῷ 341 οἰκουµενικὴν σύνοδον καταδικάσας τὸν Νεστόριον, ὑπῆρξεν ἐν τῇ συνόδῳ ὁ σπουδαιότερος κατὰ λόγον καὶ σοφίαν µετὰ τὸν Ἀλεξανδρείας Κύριλλον, µεθ᾿ οὗ συνεδέετο στενώτατα καὶ πολλάκις ἔλαβε τὸν λόγον, ὡς καταφαίνεται ἐκ τῶν πρακτικῶν τῆς συνόδου· εἶχε δὲ δίκαιον ὁ µέγας Εὐθύµιος νὰ συστήσῃ εἰς τὸν ἐπίσκοπον Πέτρον τῶν Σαρακηνῶν «κατὰ πάντα τρόπον ἀκολουθῆσαι (ἐν τῇ συνάδῳ) Κυρίλλῳ… καὶ Ἀκακιωτῆς Μελιτηνῆς ἐπισκόπῳ, ὀρθοδόξοις οὖσι καὶ κατὰ τῆς ἀσεβείας ἀγωνιζοµένοις»· ἀµφότεροι ὡς στῦλοι τῆς συνόδου εἶχον µέγα κῦρος καὶ εἰς τούτους κυρίως ὀφείλεται ἡ καταδίκη τοῦ Νεστορίου. Ὁ Ἀκάκιος ὑπῆρξε καὶ θαυµατουργὸς ἐν τῷ βίῳ, πολλὰ δὲ αὐτοῦ θαύµατα διηγοῦνται οἱ χριστιανοὶ τῆς Μελιτηνῆς. Οὕτως πολλὰ ὑπὲρ τῆς ὀρθοδόξου πίστεως µοχθήσας καὶ ἐν πάσῃ ἀρετῇ διαπρέψας, πρὸς Κύριον ἐν εἰρήνῃ ἐξεδήµησεν».

Ὁ Ἅγιος Κοσµᾶς ὁ ὁµολογητής, ἐπίσκοπος Χαλκηδόνας

Ἀπὸ παιδὶ ποτίστηκε µὲ τὰ νάµατα τῆς εὐσεβείας καὶ ἀπὸ λαϊκὸς ἀκόµα διακρίθηκε γιὰ τὸν ζῆλο του πρὸς τὶς ἀρχὲς τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ µανία τῶν εἰκονοµάχων ἦταν τότε στὴν ἀκµή της καὶ ἡ Ἐκκλησία βρισκόταν σὲ ἀκατάπαυστο σάλο. Ἀκόµα καὶ µεταξὺ αὐτῆς τῆς Ἱεραρχίας βρίσκονταν ἐπίσκοποι, ποὺ ἤθελαν νὰ ἀρέσουν στοὺς διῶκτες τῶν εἰκόνων αὐτοκράτορες καὶ συµµετεῖχαν καὶ αὐτοὶ στὸν ἀνόητο καὶ ἀνίερο πόλεµο. Ὁ Κοσµᾶς, ἀπὸ τὸν πόθο νὰ συµµετάσχει ἐπισηµότερα καὶ ἀποτελεσµατικότερα στοὺς ὀρθοδόξους ἀγῶνες, δέχτηκε νὰ γίνει ἱερέας καὶ κατόπιν νὰ ἀνεβεῖ στὸ ἀξίωµα τοῦ ἐπισκόπου Χαλκηδόνας. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτή, ὕψωσε τὴν φωνή του ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων καὶ ἔλαµψε µεταξὺ τῶν προµάχων αὐτῶν. Αὐτοκρατορικὲς ἀπειλές, διωγµοί, φυλακίσεις καὶ ἐξορίες δὲν µπόρεσαν νὰ ἐλαττώσουν τὸ θάρρος του καὶ νὰ τὸν ἐµποδίσουν ἀπὸ τὸν ἀθλητικό του δρόµο. Οἱ ἀγῶνες καὶ τὰ παθήµατά του, τὸν ἀνέδειξαν µεταξὺ τῶν ὁµολογητῶν τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἡ Ὁσία Ἀθανασία ἡ θαυµατουργός

Γεννήθηκε στὴν Αἴγινα ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ εἶχε µεγάλη κλίση στὰ θεῖα. Παρὰ τὴν θέλησή της παντρεύτηκε καὶ µετὰ λίγες ἡµέρες ἀπὸ τὸν γάµο της ὁ ἄντρας της σκοτώθηκε ἀπὸ τοὺς βαρβάρους, σὲ κάποια ἐπιδροµὴ τους στὸ νησί. Τότε θεώρησε κατάλληλη τὴν εὐκαιρία, ἀφοῦ ἔµεινε χήρα, νὰ ἐκπληρώσει τὸν ἱερὸ πόθο της, τὸν ὁποῖο εἶχε γιὰ τὴν µοναχικὴ ζωή. Δυστυχῶς ὅµως, ἔφτασε στὸ νησὶ διάταγµα ποὺ ὑποχρέωνε ὅλες τὶς ἄγαµες καὶ τὶς χῆρες νὰ παντρευτοῦν µὲ εἰδωλολάτρες. Ἔτσι ἔκανε δεύτερο γάµο. Ἀλλὰ εὐτυχῶς ἔπεισε τὸν σύζυγό της νὰ καρεῖ µοναχός µε τὸ ὄνοµα Ματθαῖος καὶ αὐτή, ἀφοῦ διεµοίρασε ὅλη τὴν περιουσία της στοὺς φτωχούς, πῆρε µερικὲς ἄλλες γυναῖκες καὶ κατέφυγε σὲ κάποιο ἀσκητήριο, ὅπου ἡ ζωή της ἦταν αὐστηρὰ ἀσκητικὴ µὲ νηστεία καὶ προσευχή. Ἀργότερα ἔγινε ἡγουµένη τῆς ἀδελφότητας αὐτῆς, ἀλλὰ ἀναχώρησε ἀπὸ ἐκεῖ σ᾿ ἄλλον πιὸ ἥσυχο τόπο (ἄγνωστο ποῦ), ὅπου ἀγωνιζόταν µὲ τὶς συνασκήτριές της, τρεφόµενη µὲ τὰ ἐργόχειρά της. Ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε στὸ Βυζάντιο, ὅπου ἀσκήθηκε γιὰ ἑπτὰ χρόνια καὶ κατόπιν ἐπέστρεψε στὸν τόπο τῆς ἡσυχίας της, γιὰ νὰ ἀποβιώσει ἐκεῖ εἰρηνικά.

Ὁ Ὅσιος Εὐθύµιος ὁ θαυµατουργὸς καὶ στοὺς ἀσκητὲς φηµισµένος

Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήµου καὶ τὰ Μηναῖα. Συναντᾶται στὸν Συναξαριστὴ Delehaye, ἀλλὰ χωρὶς βιογραφικὰ στοιχεῖα. Στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα 70 φ. 1526, ὑπάρχουν βιογραφικά του στοιχεῖα καὶ τὰ παραθέτουµε ἀκριβῶς. «Οὗτος ὁ Ὅσιος καὶ θεοφόρος πατὴρ ἡµῶν, ἐκ βρέφους ποθήσας τὴν ἀσκητικὴν ἀγωγὴν καὶ πολλὰ βιασθεὶς παρὰ τῶν γονέων αὐτοῦ τοῦ λαβεῖν γυναῖκα, ἀπεσκίρτησε τῇ βουλῇ καὶ θελήσει τῶν αὐτοῦ γεννητόρων καὶ ἀπελθῶν κείρεται ἐν µοναστηρίῳ· καὶ πρῶτον, ἐκπαιδεύεται τὴν µικροτέραν διαγωγὴν ἣν κέκτηνται οἱ κατὰ Θεὸν πολιτευόµενοι· τὴν µαγειρείου, τὴν φύλαξιν τοῦ πυλῶνος καὶ ἁπλῶς πάσας τὰς διακονίας διῆλθεν ἐκδουλεύων πάντας τοὺς ἀδελφοὺς καὶ θερµοδοτῶν αὐτούς. Ὡς δὲ ἔγνωσαν οἱ τῆς µονῆς τὴν ἀρετὴν αὐτοῦ, µὴ δυνάµενοι ὁµοιάσαι τὴν ἐκείνου ἄκραν πολιτείαν, ἐβουλεύσαντο ποιῆσαι ἡγούµενον καὶ προεστώτα καὶ ἄρχειν πάντας· ὁ δὲ τοῦτο γνοὺς καὶ µὴ θέλων τὴν τῶν ἀνθρώπων πρόσκαιρον δόξαν καὶ µαταιότητα τοῦ βίου λάθρα τῆς µονῆς ἔξεισι καί, ἀπελθῶν ἔν τινι ἡσυχαστικῷ τόπῳ τῆς ἐρήµου, κατῴκησεν ἐκεῖσε πᾶσαν ἀρετὴν ἐνδειξάµενος καὶ ἄκρον καταστάσεως, ἐξ οὗ καὶ θαυµατουργὸς ὠνοµάσθη διὰ τῶν ἀπείρων θαυµάσιων ὧν ἐνεδείξατο· νεκροὺς ἐγεῖραι οὐκ ἐπαύσατο, τυφλοῖς τὸ βλέπειν ἐχαρίσατο, συγκυπτοῦσαις ἀνόρθωσιν, ξηροχείρων ἴασιν καὶ ἁπλῶς πᾶσαν νόσον καὶ µαλακίαν ἰώµενος· καὶ οὕτως ὁσίως καὶ θεαρέστως ἐν πάσῃ σεµνῇ πολιτείᾳ βιώσας καὶ εἰς βαθὺ γῆρας ἐλάσας πρὸς Κύριον ἐξεδήµησεν».

Ὁ Ὅσιος Ναυκράτιος ὁ Στουδίτης

Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Συναξαριστὴ τοῦ Μαυρικίου. Ὁ Νικόδηµος καὶ ὁ Delehaye τὸν ἀγνοοῦν. Κατὰ τὴν 8η Ἰουνίου ὁ Νικόδηµος ἀναφέρει τὴν µνήµη κάποιου Ὁσίου Ναυκρατίου, χωρὶς βιογραφικὸ ὑπόµνηµα. Μόνο σὲ ὑποσηµείωση, ἐκφράζει τὴν γνώµη ὅτι εἶναι ὁ ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καὶ Γρηγορίου Νύσσης. Ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Μαυρίκιο µαθαίνουµε, ὅτι ὁ ἐν λόγῳ Ὅσιος, εἶναι ὁ γνωστὸς περιφανὴς µοναχός, ποὺ ὑπέστη πολλοὺς διωγµοὺς καὶ ἐξορίες γιὰ τὴν προσκύνηση τῶν εἰκόνων στὴν ἐποχὴ τῆς εἰκονοµαχίας. Κατὰ τὴν πατριαρχεία τοῦ Ἱεροῦ Ἰγνατίου, ἔκανε ἡγούµενος τῆς Μονῆς Στουδίου (842). Πέθανε καὶ τάφηκε σὰν ὁµολογητὴς (847) στὴν Μονὴ Στουδίου, ὅπου γινόταν καὶ ἡ Σύναξή του.

Ὁ Ἅγιος ἱεροµάρτυρας Κύριλλος ὁ ΣΤ´, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ποὺ ἀπαγχονίστηκε στὴν Ἀδριανούπολη τὸ 1821 (προστάτης δὲ τώρα τοῦ Πυθίου).

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ῥάπτης ἀπὸ τὰ Ἰωάννινα

Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Τέροβο τῶν Ἰωαννίνων ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἐγκαταστάθηκε στὰ Ἰωάννινα καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ ῥάπτη. Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ πατριάρχου Ἱερεµίου Α´ (1525-1545) καὶ ἐπὶ σουλτάνου Σουλεϊµὰν Β´ (1520-1560). Ἐπειδὴ ἦταν προικισµένος µὲ σωµατικὲς καὶ ψυχικὲς ἀρετές, κίνησε τὸν φθόνο µερικῶν Τούρκων, ποὺ τὸν πίεζαν νὰ γίνει µουσουλµάνος. Ὁ Ἰωάννης ἀπέρριψε ἀµέσως τὶς δελεαστικὲς προτάσεις τῶν Τούρκων καὶ ὄχι µόνο αὐτό, ἀλλὰ ἀποφάσισε καὶ νὰ µαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό. Δυὸ φορὲς ἀποπειράθηκε νὰ ἐκπληρώσει αὐτήν του τὴν ἐπιθυµία, ἀλλὰ τὸν ἀπέτρεψε ὁ πνευµατικός του. Τὴν τρίτη φορὰ ὅµως, Μ. Παρασκευή, εἶπε πὼς εἶδε σὲ ὅραµα νὰ χορεύει µέσα στὶς φλόγες καὶ ἔτσι πέτυχε τὴν ποθούµενη εὐλογία τοῦ πνευµατικοῦ του. Ὅταν πῆγε στὸ ἐργαστήριό του, εἶδε νὰ ἔρχονται οἱ Τοῦρκοι ποὺ τὸν προέτρεπαν νὰ γίνει µουσουλµάνος. Αὐτὴ τὴν φορὰ ὅµως τὸν συκοφαντοῦσαν ὅτι δῆθεν, ὅταν ἦταν στὰ Τρίκαλα, ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Ὁ νεοµάρτυρας τοὺς ἀπάντησε ὅτι αὐτὸ δὲν ἔγινε ποτέ, ἀλλὰ καὶ οὔτε πρόκειται νὰ γίνει στὸ µέλλον. Συγχρόνως δὲ µὲ τὰ λόγια του, περιφρόνησε τὴν θρησκεία τοῦ Μωάµεθ. Οἱ Τοῦρκοι θυµωµένοι ὅρµησαν, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή. Ὁµολόγησε καὶ ἐκεῖ τὴν πίστη του στὸν Χριστό, βασανίστηκε καὶ ῥίχτηκε στὴν φυλακή. Ἐπειδὴ ὅµως ἐπέµενε στὴν ὁµολογία του, καταδικάστηκε νὰ καεῖ ζωντανός. Ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κατόρθωσε µὲ πολλὰ χρήµατα νὰ ἀναβάλει γιὰ λίγο τὴν ἐκτέλεσή του, ἀλλὰ ὅταν ὁ Ἰωάννης ῥωτήθηκε καὶ πάλι ἂν ἀρνεῖται τὸν Χριστό, ἀπάντησε µὲ θάρρος ὅτι ποτὲ δὲν θὰ τὸν ἀρνηθεῖ καὶ ἔψαλε µπροστὰ στοὺς Τούρκους τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη». Τελικὰ οἱ Τοῦρκοι ἄναψαν φωτιὰ ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, µέσα στὴν ὁποία µόνος του ἀναπήδησε ὁ Ἰωάννης, ψάλλοντας. Ὁρισµένοι ὅµως Χριστιανοί, γιὰ νὰ ἀπαλλάξουν τὸν νεοµάρτυρα ἀπὸ τοὺς φρικτοὺς πόνους τῆς φωτιᾶς, πλήρωσαν τοὺς δηµίους καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 18 Ἀπριλίου 1526. Τὰ διασωθέντα λείψανά του ἀγοράστηκαν ἀπὸ τοὺς πιστοὺς καὶ διαφυλάχθηκαν στὸν πατριαρχικὸ ναό. Ὁ νεοµάρτυρας αὐτός, ἔγινε πασίγνωστος γιὰ τὰ θαύµατά του σ᾿ ὁλόκληρο τὸ γένος. Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ, συνέγραψε ὁ ἐπιφανὴς λόγιος ἱερέας Νικόλαος Μαλαξός, πρωτοπαπᾶς Ναυπλίου (+1594).

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Κουλικᾶς

Βλέπε βιογραφία του τὴν 8η Ἀπριλίου. Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται καὶ ἐδῶ, διότι πιθανῶς νὰ συγχέεται µ᾿ αὐτὴν τοῦ πιὸ πάνω Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ ῥάπτη.

 

Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ.Χρ.Τσολακίδη