Home ΑΡΧΕΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΣΚΗΤΙΚΗ Σωτήριος Βακουφτσής

Σωτήριος Βακουφτσής

1318
Ασκητές μέσα στον κόσμο - Σωτήριος Βακουφτσής
Ασκητές μέσα στον κόσμο - Σωτήριος Βακουφτσής

Στο χωριό Αύρα της Καλαμπάκας γεννήθηκε και έζησε ο Σωτήρης Βακουφτσής. Από μικρός έδειχνε ιδιαίτερη αγάπη προς τον Θεό και την Εκκλησία. Έκανε προσευχές και νηστείες και άλλους πνευματικούς αγώνες χωρίς να έχη κάποιον οδηγό αλλά παρακινούμενος από την καρδιακή του θέρμη προς τον Χριστό. Αργότερα βοηθήθηκε πολύ από κάποιον μακρινό συγγενή του, τον Χρήστο Γκοντόπουλο, μεγαλύτερο του στην ηλικία.

Ο Χρήστος εργάστηκε ως βοσκός στην Αύρα για πολλά χρόνια. Από μικρός είχε ανατραφή κοντά στο Μοναστήρι Βυτουμά όπου ο πατέρας του είχε γίνη καλόγερος. Ο Χρήστος ήταν πολύ απλός και μεγάλος νηστευτής. Τις Σαρακοστές έτρωγε μόνο χόρτα μαγειρεμένα με καλαμπόκι αλεσμένο. Είχε ιδιαίτερο τόπο για προσευχή μέσα στο δάσος. Η προσευχή του διαρκούσε πολλές ώρες. Στεκόταν όρθιος κρατώντας στα χέρια του μία φυλλάδα, αν και ήταν αγράμματος. Είχε δυνατή προσευχή, γι’ αυτό τον παρακαλούσαν και άλλοι να προσεύχεται για διάφορα προσωπικά τους θέματα. Μία φορά πήρε πληροφορία στην προσευχή του ότι τραυματίστηκε ένας εξάδελφός του. Είπε στους συγγενείς του ότι ο Γιώργος «σήμερα τραυματίστηκε αλλά δεν θα πεθάνει τώρα. Πάντως από σφαίρα θα πεθάνει». Τα οποία και έγιναν. Στο τέλος ο Χρήστος προγνώρισε το θάνατό του. Έφυγε και πήγε στο σπίτι ενός εξαδέλφου του, όπου και εκοιμήθη.

Επειδή ο Σωτήρης είχε τα ίδια ενδιαφέροντα με τον Χρήστο έκαναν παρέα, συζητούσαν πνευματικά και τον ακολουθούσε στους αγώνες του. Πήρε και ο Σωτήρης το τυπικό του.

Όλη η ζωή του Σωτηρίου ήταν αρωματισμένη με αγώνες, προσευχή και ευλάβεια. Υπήρξε πολύτεκνος πατέρας, υποδειγματικός οικογενειάρχης, φιλήσυχος και φιλακόλουθος. Κάθε Κυριακή με την οικογένειά του εκκλησιάζονταν, καθώς και στις εορτές. Αυτές τις ημέρες για το αιδέσιμο της ημέρας δεν ήθελε ούτε να μαγειρεύουν. Τις καθιερωμένες νηστείες τις τηρούσε αυστηρά ο ίδιος αλλά και δεν επέτρεπε σε κανέναν του σπιτιού να χαλάση τη νηστεία και την αργία. Τηρούσε με ακρίβεια τις εντολές του Θεού, ανεδείχθη δίκαιος και ευαρέστησε τον Θεό. Όλοι στο χωριό τον σέβονταν και αναγνώριζαν την αρετή του. Τον θεωρούσαν σαν τον πιο υποδειγματικό χριστιανό.

Ήταν πολύ εργατικός και φιλόπονος. Δεν σύχναζε στα καφενεία και απέφευγε επιμελώς την κατάκριση. Παρά την φτώχεια του έκανε κρυφά ελεημοσύνες. Έστελνε ευλογίες από τους κόπους του σε πτωχούς και αρρώστους. Ζούσε με ένταση την πνευματική ζωή. Ο νους του ήταν απασχολημένος με την προσευχή και με θείους συλλογισμούς. Κάθε πρωί μόλις ξυπνούσε και κατέβαινε στην «σούδα» (ένα ρεματάκι κοντά στο σπίτι του), όπου είχε ειδικό τόπο για την προσευχή και τις μετάνοιες. Τα χέρια του είχαν κάνει ρόζους από τις πολλές μετάνοιες. Έφερε πάντα μαζί του στο «σωκόρφι» του (εσωτερική τσέπη) την φυλλάδα με τις διδαχές του αγίου Κοσμά. Ο ίδιος δεν ήξερε γράμματα αλλά έβαζε άλλους βοσκούς να την διαβάζουν. Άκουγε με προσοχή τα κηρύγματα του αγίου Κοσμά, τα τύπωνε στο καθαρό μυαλό του και έπειτα διηγείτο και στους άλλους χάριν ωφελείας. Παρακινούσε τους ανθρώπους να κάνουν καλά έργα. Νέα παιδιά που έβοσκαν μαζί τα πρόβατα, τα δίδασκε πώς να προσεύχωνται και τα έβαζε να κάνουν μετάνοιες. Στις συζητήσεις του άρεσε να διηγήται βίους αγίων, θαύματα της Παναγίας και για την Δευτέρα Παρουσία.

Έχοντας καθαρή, άμεμπτη ζωή και αδιάλειπτη προσευχή πολλές φορές έπαιρνε κάποια «πληροφορία», δηλαδή ο Θεός φανέρωνε κάτι.

Είχε ένα μικρό κοριτσάκι για το οποίο έλεγε: «Αυτό θα μας κάψει την καρδιά». Και μετά από λίγα χρόνια πέθανε. Η άλλη του κόρη είχε αρρωστήσει και καιγόταν στον πυρετό για ένα χρόνο. Είδε τότε στον ύπνο του ότι πήγαινε στον γιατρό και κάποιος του είπε ότι ο γιατρός είναι στην πλατεία.

Κατάλαβε την σημασία του ονείρου και πήγε τη νύχτα στην Εκκλησία του αγίου Αθανασίου, που είναι δίπλα στην πλατεία. Στάθηκε στο στασίδι, προσευχήθηκε για λίγο και είπε στην γυναίκα του: «Πάμε να φύγουμε, το παιδί θα γίνη καλά». Και όντως ενώ πήγαιναν για το σπίτι, το άφησε ο πυρετός.

Άλλη φορά η κόρη του βόσκοντας τις γαλοπούλες χάθηκε. Όλοι είχαν αναστατωθή, ο μπαρμπα-Σωτήρης όμως ήταν ήρεμος, επειδή κατά την προσευχή του είχε πάρει πληροφορία ότι θα βρεθή το παιδί. Καθησύχασε τους δικούς του λέγοντας: «Μην ανησυχήτε. Το παιδί θα βρη ένα δικό μας άνθρωπο ο οποίος θα το φέρει εδώ». Όπως και συνέβη. Η κόρη του αποκοιμήθηκε και πήγε μέχρι τα Τρίκαλα υπνοβατώντας. Εκεί συναντήθηκε με μια θεία της η οποία την χαιρέτησε και της έκανε διάφορες ερωτήσεις. Το κορίτσι συνήλθε και άρχισε να κλαίη. Η θεία κατάλαβε τι είχε συμβή. Την καθησύχασε και την έφερε στο χωριό.

Ο Θεός που «υποστηρίζει τους δικαίους» τον βοήθησε πληροφωρόντας τον στο όνειρο να μην πωλήση την αγελάδα του πριν από την κατοχή, όταν ήρθε σε δύσκολη θέση, γιατί έτσι έσωσε την οικογένειά του από την μεγάλη πείνα που ακολούθησε. Μια άλλη φορά βρέθηκε σε μεγάλο κίνδυνο. Μερικοί που ερευνούσαν κρυμμένους θησαυρούς στον Κόζιακα, του είχαν στήσει καρτέρι για να τον σκοτώσουν. Ξαφνικά σηκώθηκε ανεμοστρόβιλος και έτσι σώθηκε.

Προγνώριζε από καιρό τον θάνατό του και έλεγε συχνά: «Ένας από μας το τρώει το χαράμι», εννοώντας τον εαυτό του. Επίσης σ’ ένα γνωστό του από την Λειβαδειά που τον επεσκέπτετο κάθε χρόνο, του είπε ότι του χρόνου που θα ‘ρθει, δεν θα τον βρη. Και πράγματι εκοιμήθη μετά από λίγους μήνες.

Κατά την κοίμησή του, που συνέβη στις 20 Ιουλίου 1966, στο πρόσωπό του ζωγραφίστηκε μία ειρηνική και γαλήνια έκφραση, σημείον αναντίρρητο της μεγάλης του αρετής. Άφησε άριστο υπόδειγμα καλού και εναρέτου χριστιανού. Ωφέλησε πολλούς με την αγία του βιοτή και τις απλές αλλά σωτήριες νουθεσίες του.

Ο καλός Θεός είθε να τάξη την ψυχή του με τους απ’ αιώνος δικαίους και αγίους. Αμήν.

«Ασκητές μέσα στον κόσμο – A΄», Άγιον Όρος, 2008