Home ΑΡΧΕΙΟ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΣΚΗΤΙΚΗ Χαρίκλεια Πουρσανίδου – Τελευταίο Μέρος

Χαρίκλεια Πουρσανίδου – Τελευταίο Μέρος

3024

Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου ΚορυδαλλούΉταν ευλογημένη ψυχή. Προέλεγε μερικά πράγματα, τα οποία εκ’ των υστέρων επαληθεύοντο.

Μία νύχτα είδε στον ύπνο της την αγία Κυριακή, η οποία της είπε ότι στην Κόρινθο θα γίνει σεισμός. Σε λίγες μέρες έμαθε από τον γυιό της που υπηρετούσε στρατιώτης στην Κόρινθο, ότι έγινε σεισμός.

Παρ’ όλη την φτώχεια της ήταν πολύ ελεήμων. Από το λίγο που είχε στο χέρι της πάντα έδινε. Ήταν πολύ φιλόξενη. Το σπίτι της ήταν πάντα ανοιχτό για κάθε επισκέπτη.

Πάντα συμβούλευε με ωφέλιμες υποδείξεις, αυτούς που πήγαιναν να την δουν. Έλεγε στις γυναίκες να ντύνωνται ταπεινά, και προέτρεπε τους ανθρώπους σε μετάνοια.

Έλεγε η Χαρίκλεια: «Ο κόσμος ξέφυγε από τον δρόμο του Θεού και βλαστημούν. Η γη βουλιάζει από την πολλή αμαρτία. Γίναμε Σόδομα και Γόμορρα. Αλλοίμονο σε μας. Θα μας κάψει ο Θεός. Θα καίγονται τα δάση από την μία άκρη της Ελλάδος μέχρι την άλλη». (Ελέχθη πριν από το 1960).

Συνήθιζε η Χαρίκλεια να λέη: «Όταν ο άνθρωπος έχη πίστη δεν παθαίνει τίποτε. Και στην θάλασσα να τον ρίξουν θα βγη».

Είχε βαπτίσει 24 παιδιά. Σε όλα τ’ αγόρια έδινε το όνομα του αγίου Νικολάου και στα κορίτσια το όνομα Νικολέττα ή Μαρία.

Τα θαύματα που έγιναν στο ναό του αγίου Νικολάου είναι καταγεγραμμένα σε ξεχωριστό βιβλίο από την Παρθένα, την μεγάλη κόρη της Χαρίκλειας. Παρατίθενται λίγα δειγματοληπτικά:

Το 1961 η κυρία Σ. από την Πατρίδα Βεροίας πάθαινε νευρικές κρίσεις. Έσχιζε τα ρούχα της και δεν μπορούσε να ησυχάση. Πήγε και κοιμήθηκε στον ξενώνα του Αγίου Νικολάου. Τον είδε στον ύπνο της και της είπε να φύγη μακρυά από το σπίτι της. Πήγε στη Γερμανία και έγινα καλά.

Το 1965 ο κύριος Θ. από τα Λευκάδια Ναούσης, ναυτικός στο επάγγελμα, είχε πρόβλημα υγείας. Ο ώμος του έγερνε και τα δάχτυλα του χεριού του ήταν πολύ μακρυά και πολύ λεπτά, κάτι το παράξενο. Άκουσε για τα θαύματα του αγίου Νικολάου, έμεινε τρεις βραδιές στον ξενώνα, ήπιε από το αγίασμα και έφυγε υγιής με την βοήθεια του αγίου Νικολάου.

Το 1975 η κυρία Μ.Τ. από την Μελίκη Βεροίας ήρθε να συμβουλευθή την γιαγιά Χαρίκλεια, γιατί δεν μπορούσε να τεκνοποιήση. Η Χαρίκλεια της είπε ότι θα κάνει παιδί, θα είναι γερό και θα γίνει στρατιωτικός. Το έβλεπε να φορά στρατιωτικό πηλίκιο. Πράγματι απέκτησε αγοράκι, που το βάπτισαν δίνοντάς το όνομα του αγίου Νικολάου, και έγινε όντως Αξιωματικός.

Το 1974 ένα παιδάκι ενός έτους πάθαινες σπασμούς και μελάνιαζε. Το έφεραν στον Άγιο Νικόλαο και το άφησαν την νύχτα μέσα στο ναό. Ήταν σαν πεθαμένο. Το πρωΐ το βρήκαν υγιέστατο, όλο χαρά, και θεραπευμένο.

Ένας Ταγματάρχης από την Θεσσαλονίκη το έτος 1973 ήρθε με την σύζυγό του στον Άγιο Νικόλαο να τον παρακαλέσουν να τους δώση παιδάκι. Είχαν 18 χρόνια παντρεμένοι και παιδάκι δεν είχαν. Η γιαγιά Χαρίκλεια τους είπε ότι θα κάνουν παιδάκι. Πράγματι απέκτησαν ένα αγοράκι και ο πατέρας για να ευχαριστήση τον Άγιο Νικόλαο αφιέρωσε ένα πολυέλαιο στην Εκκλησία.

Η μικρή Π.Χ. από την Πατρίδα Βεροίας το 1996 πλακώθηκε από μία σιδερένια πόρτα. Χτύπησε θανάσιμα και έβγαζε αίμα από το στόμα της και τα αυτιά της. Νοσηλεύτηκε ένα μήνα στο Νοσοκομείο, συνήλθε κάπως, αλλά δεν μπορούσε ούτε να περπατήση ούτε να μιλήση. Την έφεραν στην γιαγιά Χαρίκλεια, η οποία την σταύρωσε και της είπε να μείνη στον Άγιο Νικόλαο και να κάνη θεία Λειτουργία. Πράγματι μετά άρχισε να περπατά και να μιλά και σήμερα είναι πολύ καλά.

Οι Πόντιοι κάτοικοι της Πατρίδας Βεροίας είχαν στο Κάρς της Ρωσσίας Εκκλησία που ετιμάτο στην Υπαπαντή. Έφεραν μαζί τους εικόνες, Ιερά σκεύη, Ευαγγέλια, Επιτάφιο και ήθελαν να κτίσουν και στην Πατρίδα Εκκλησία αφιερωμένη στην Υπαπαντή. Όμως πέρασαν πολλά χρόνια και η Εκκλησία δεν γινόταν. Ένα βράδυ η Χαρίκλεια είχε δει την Παναγία και της έδειξε το μέρος που θα κτιστή ο ναός. Μετά από καιρό είδε την πάλι παραπονεμένη να της λέγη: «Ακόμη η Υπαπαντή δεν κτίσθηκε». Η Χαρίκλεια παρακαλούσε συνέχεια την Παναγία να ξεσηκώση τον κόσμο να γίνη η Εκκλησία. Έλεγε με βεβαιότητα ότι θα γίνη η Εκκλησία και θα την δω. Πράγματι, το 1991 άρχισε να κτίζεται η Εκκλησία. Την είδε τελειωμένη και την παραμονή της Υπαπαντής, 1 Φεβρουαρίου 2005, εκοιμήθη ειρηνικά σαν πουλάκι, αφού προγνώρισε την κοίμησή της. Την παραμονή μαζί με την κόρη της έψαλαν διάφορα τροπάρια στην Παναγία, στον άγιο Νικόλαο και στην Αγία Παρασκευή.

Το ίδιος έτος τον Οκτώβριο έγιναν και τα εγκαίνια της Υπαπαντής. Είχε πει στον ιερέα η Χαρίκλεια ότι, αφού γίνουν τα εγκαίνια, θα έρχεται πολύς κόσμος να προσκυνά, όπως συμβαίνει σήμερα.

Αιωνία της η μνήμη. Αμήν.

«Ασκητές μέσα στον κόσμο – B΄», Άγιον Όρος, 2012