Home ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΘΡΑ Με ενόχλησαν επτά φορές οι λογισμοί να φύγω χωρίς την ευχή σου,...

Με ενόχλησαν επτά φορές οι λογισμοί να φύγω χωρίς την ευχή σου, και δεν έφυγα – Από το Γεροντικό

1301

Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου ΚορυδαλλούΣτη Θηβαΐδα ήταν κάποιος γέροντας που ζούσε σε σπηλιά και είχε έναν άξιο μαθητή. Κάθε βράδυ ο γέροντας συνήθιζε να συμβουλεύει τον μαθητή του για την ωφέλειά του, και στη συνέχεια έκανε προσευχή και τον άφηνε να πάει να κοιμηθεί.

Κάποτε ήρθαν στον γέροντα μερικοί ευλαβείς κοσμικοί, οι οποίοι, γνωρίζοντας την πολλή του άσκηση, έφεραν τρόφιμα και του έκαναν το τραπέζι. Όταν έφυγαν, κάθισε πάλι ο γέροντας το βράδυ να συμβουλεύει ως συνήθως τον αδελφό, και εκεί που του μιλούσε, αποκοιμήθηκε. Ο αδελφός περίμενε να ξυπνήσει ο γέροντας και να κάνει γι’ αυτόν προσευχή. Κάθισε πολλή ώρα λοιπόν, και καθώς ο γέροντας δεν ξυπνούσε, ενοχλήθηκε από τον λογισμό του, αλλά δεν έφυγε. Επτά φορές τον παρακίνησε ο λογισμός να φύγει, αλλά αντιστάθηκε· περίμενε καρτερικά και δεν έφυγε.

Αφού η νύχτα προχώρησε αρκετά, ο γέροντας ξύπνησε, τον είδε να κάθεται και του είπε: «Μέχρι τώρα δεν έφυγες;» «Όχι», απάντησε, «γιατί δεν μου είπες να φύγω, αββά». «Και γιατί δεν με ξύπνησες;» ρώτησε ο γέροντας. «Δεν τόλμησα να σε σκουντήσω, για να μη σε ανησυχήσω», αποκρίθηκε ο αδελφός.

Τον τόπο και τον θρόνο του τα χάρισε ο Θεός για την υπακοή του, και τα επτά στεφάνια τα πήρε αυτή τη νύχτα

Σηκώθηκαν λοιπόν και έκαναν την ακολουθία του Όρθρου. Όταν τέλειωσαν, ο γέροντας άφησε τον αδελφό να φύγει και έμεινε μόνος του. Ήρθε τότε σε έκσταση και είδε κάποιον να του δείχνει έναν ένδοξο τόπο και έναν ολόλαμπρο θρόνο, και επάνω στον θρόνο επτά αστραφτερά στεφάνια. Ο γέροντας τον ρώτησε: «Ποιανού είναι αυτά;» «Του μαθητή σου», αποκρίθηκε εκείνος. «Τον τόπο και τον θρόνο του τα χάρισε ο Θεός για την υπακοή του, και τα επτά στεφάνια τα πήρε αυτή τη νύχτα».

Όταν συνήλθε ο γέροντας, κάλεσε τον αδελφό και του είπε: «Πες μου τι έκανες αυτή τη νύχτα». «Συγχώρησέ με, αββά», απάντησε εκείνος, «τίποτε δεν έκανα». Ο γέροντας, νομίζοντας ότι του κρύβεται από ταπεινοφροσύνη, του είπε: «Δεν σε αφήνω, αν δεν μου πεις τι έκανες και τι σκέφτηκες αυτή τη νύχτα».

Ο αδελφός, επειδή ήξερε ότι δεν έκανε τίποτα, δεν έβρισκε τι να πει. Είπε λοιπόν στον γέροντα: «Αββά, τίποτε δεν έκανα, παρά μόνο τούτο· με ενόχλησαν επτά φορές οι λογισμοί να φύγω χωρίς την ευχή σου, και δεν έφυγα».

Όταν το άκουσε αυτό ο γέροντας, κατάλαβε ότι κάθε φορά που απέκρουε τον λογισμό, στεφανωνόταν από τον Θεό. Και στον αδελφό βέβαια δεν είπε τίποτε από όσα είδε, τα διηγήθηκε όμως για ψυχική ωφέλεια σε πνευματικούς ανθρώπους, για να μάθουμε ότι και για μικρούς κόπους ο Θεός μας χαρίζει λαμπερά στεφάνια, και συγχρόνως να διδαχτούμε να ζητούμε με ζήλο τις ευχές των πατέρων μας και να μην τολμούμε να κάνουμε κάτι ή να φεύγουμε από κοντά τους χωρίς την ευλογία και την ευχή τους.

Ευεργετινός – Υπόθεση 29, (ΛΘ) – Ο πιστός δεν πρέπει να έχει θάρρος στον εαυτό του, αλλά να πιστεύει ότι μέσω του πνευματικού του πατέρα σώζεται και δυναμώνεται για το κάθε καλό, και να ζητά τις ευχές του, γιατί έχουν μεγάλη δύναμη, Περιβόλλι της Παναγίας, 2001, σελ. 366-368