Home ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΘΡΑ Κινδυνεύουμε να ακούσουμε το «ουκ οίδα υμας»

Κινδυνεύουμε να ακούσουμε το «ουκ οίδα υμας»

689

Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου ΚορυδαλλούΠολλές φορές μπορεί να προσέλθη στο εξομολογητήριο κάποιος χριστιανός με πληρότητα στα θρησκευτικά του καθήκοντα, άριστη συμπεριφορά, καλωσύνη, ειρήνη λογισμών, πραότητα, αγαθότητα, αισθήματα στοργής, τρυφερότητος και πολλά άλλα χαρίσματα. Τότε, υπάρχει περίπτωσις, ο Πνευματικός, παρασυρόμενος αρχικά από τα φαινόμενα και υπερεκτιμώντας την πνευματική του κατάστασι, να κάνη λάθος να τον επαινέση και να τον παροτρύνη να συνεχίση έτσι να πορεύεται για να οδηγηθή στη σωτηρία.

Βέβαια, ο διακριτικός Πνευματικός θα ρωτήση άμεσα για ποιον λόγο θέλησε να εξομολογηθή, αφού δεν ανέφερε αμαρτίες, παρά μόνο απαρίθμησε τις «καλές καταστάσεις» της ψυχής του. Ούτε καν ομολόγησε το αυτονόητο, που πρέπει να αισθάνεται κάθε συνειδητός χριστιανός, ότι «παρ’ όλες τις ευλογίες του Θεού, είμαι αμαρτωλός, νοιώθω ότι όλοι θα σωθούν κι εγώ είμαι για την κόλασι, γιατί δεν αισθάνομαι στο βάθος της ψυχής μου ν’ αγαπώ τον Θεό εξ’ όλης ψυχής, καρδίας, ισχύος και διανοίας». Έπρεπε, δηλαδή, να είχε συντριβή, μετάνοια και απόλυτη συναίσθησι της αμαρτωλότητός του, και όχι να εμφανίζεται σαν δεδικαιωμένος.

Στην ουσία, ο έμπειρος Πνευματικός θα επιφυλαχθή να απορρίψη ή να αποδεχθή την όποια καλή πνευματική κατάστασι, προτού γνωρίση βαθύτερα τον εξομολογούμενο. Γι’ αυτό, με πολλή διακριτικότητα θα αναζητήση τυχόν ξεχασμένα ψυχικά τραύματα του παρελθόντος ή ακόμα και ενοχές απωθημένες στο ασυνείδητο μέρος της ψυχής, που τον αφήνουν ατακτοποίητο απέναντι στον Θεό, όσο κι αν ο νέος τρόπος χριστιανικής του ζωής του δημιουργεί εφησυχασμό.

παρ’ όλες τις ευλογίες του Θεού, είμαι αμαρτωλός, νοιώθω ότι όλοι θα σωθούν κι εγώ είμαι για την κόλασι, γιατί δεν αισθάνομαι στο βάθος της ψυχής μου ν’ αγαπώ τον Θεό εξ’ όλης ψυχής, καρδίας, ισχύος και διανοίας

– Μήπως κάποτε νοιώθεις ανήσυχος και ανικανοποίητος; Μήπως, έστω και αραιά, έχεις εκδηλώσεις νευρικότητος, άγχους και επιθετικότητος προς τους οικείους σου, εντελώς αδικαιολόγητα;, ρωτά ο Πνευματικός.

Αν η απάντησις που θα πάρη, είναι καταφατική και με πολλές δικαιολογίες, τότε γίνεται φανερό ότι στο βάθος της ψυχής κάτι δεν πηγαίνει καλά. Γι’ αυτό και συνεχίζει:

– Υποφέρεις τότε; Σε διακατέχουν κάποιες μη κατανοητές αγωνίες; Τι σε ανησυχεί;

– Δεν ξέρω, πάτερ, πάντως υποφέρω και ξεσπάω είτε με σπασμωδικές κινήσεις είτε με αποτομία και αυστηρές παρατηρήσεις ή με φωνές, ώστε οι δικοί μου άνθρωποι να μη αναγνωρίζουν. Αυτό μπορεί να συμβή μια φορά στους δυο ή τρεις μήνες, αλλά πάντως συμβαίνει.

– Αυτό σημαίνει, καταλήγει ο Πνευματικός, ότι είσαι ατακτοποίητος απέναντι στον Θεό. Κάτι κρύβεις, κάτι απωθείς, κάτι συνεχώς σκεπάζεις, κι αυτό κάπου-κάπου ξεσπάει. Ψάξε να το βρης, να το ομολογήσης με συντριβή και τότε μόνο θα ξελαφρώσης, θα ελευθερωθής από τις κρυμμένες ενοχές, θα θεραπευθής και θα νοιώσης την αληθινή χαρά του Θεού και όχι αυτά που εσύ θα ήθελες να νοιώθης για να ικανοποιής τη φιλαυτία σου και να αυτοδικαιώνεσαι.

Μόνο η αναγνώρισις ότι στο βάθος της ψυχής μας αγαπούμε τον εαυτό μας πιο πολύ από τον Θεό, και η ειλικρινής προσπάθεια για να το διορθώσουμε, θα ελευθερώση την ψυχή μας και θα ενεργοποιήση τις πνευματικές μας αισθήσεις, ώστε απ’ αυτή τη ζωή να ζούμε όντως εν Χριστώ. Τότε δεν θα κινδυνεύουμε να ακούσουμε το «ουκ οίδα υμας».

Απόσπασμα από το βιβλίο: «Ημέρα τη ημέρα ερεύγεται ρήμα, και νύξ νυκτί αναγγελεί γνώσιν», πρωτοπρεσβύτερου Στεφάνου Κ. Αναγνωστόπουλου, Πειραιάς 2017, σελ. 167-169